Παράθυρο στα διεθνή γεγονότα

Posts Tagged ‘κινήματα

Μάικλ Χαρντ: «Στην ελληνική κρίση, βλέπουμε την εικόνα του μέλλοντος όλων μας»

leave a comment »

Συνέντευξη στη Δέσποινα Παπαγεωργίου [Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Crash», τ. Μαίου 2014]

Ο πολιτικός φιλόσοφος και συγγραφέας Μάικλ Χαρντ

Ο πολιτικός φιλόσοφος και συγγραφέας Μάικλ Χαρντ

Διαλύουν με αιχμηρότητα κατεστημένες αντιλήψεις. Σμίγουν σε μια ιδιαίτερα εμπνευσμένη πλατωνικά ερωτική σύζευξη τον ρεαλισμό και τον ιδεαλισμό, γιατί γνωρίζουν ότι ο ιδεαλισμός του σήμερα μπορεί να είναι ο ρεαλισμός του μέλλοντός μας. Ταυτόχρονα, οι δύο αυτοί ανατρεπτικοί νόες κονιορτοποιούν την απαστράπτουσα βιτρίνα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας το ερεβώδες του πρόσωπο. Και, αν και συγγραφείς ενός νέου «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», δεν διστάζουν στο τελευταίο τους κοινό βιβλίο «Να Πάρουμε τη Σκυτάλη» να φωνάξουν: «Ν’ αδειάσουμε κι άλλο τις εκκλησίες της Αριστεράς, να σφαλίσουμε τις πόρτες τους και να τους βάλουμε φωτιά!» αναγνωρίζοντας ως κινητήριο δύναμη της ιστορίας και της επανάστασης τα κινήματα. Γιατί ο Τόνι Νέγκρι και ο Μάικλ Χαρντ πιστεύουν ότι οι λαοί μπορούν να αυτοκυβερνηθούν.

Στα έργα τους «…νιώθει κανείς, πίσω από τις γραμμές τους, τις μυρωδιές και τους ήχους του Σιάτλ, της Γένοβας και των Ζαπατίστας. Έτσι τα θεωρητικά τους όρια είναι ταυτόχρονα τα όρια του ίδιου του κινήματος», όπως έγραφε για την τριλογία τους ο φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ. Μια τριλογία («Αυτοκρατορία», «Πλήθος: Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της αυτοκρατορίας» και «Κοινοπολιτεία») που χαρακτηρίστηκε από τους «New York Times» μια «αναθεωρημένη έκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου των Μαρξ-Έγκελς για τον 21ο αιώνα» και αποτελεί ένα από τα πλέον εμβληματικά έργα στην ιστορία της σύγχρονης φιλοσοφίας.

Από τους πιο ενεργούς και ριζοσπάστες πολιτικούς φιλοσόφους, ο γεννημένος στην Ουάσιγκτον το 1960 Μάικλ Χαρντ είναι καθηγητής λογοτεχνίας και ιταλικής γλώσσας στο Duke University και καθηγητής φιλοσοφίας και πολιτικής επιστήμης στο European Graduate School της Saas-Fee. Αρχικά, σπούδασε εφαρμοσμένη μηχανική, ασχολήθηκε με τις εναλλακτικές μορφές ενέργειας και εργάστηκε σε μη κυβερνητικές οργανώσεις στην Κεντρική Αμερική. Αργότερα, το 1983, θα εγκαθίστατο στο Σιάτλ για να σπουδάσει συγκριτική λογοτεχνία. Μία επταετία μετά, το 1990, η απόφασή του να μεταφερθεί στο Παρίσι θα ήταν καθοριστική για τη συνάντηση με τον Αντόνιο Νέγκρι, ορόσημο για τη μετέπειτα συνεργασία τους. Έχει δημοσιεύσει, μεταξύ άλλων, το βιβλίο «Gilles Deleuze: an Apprenticeship in Philosophy» (1993).

Σημαντική πολιτική, πνευματική και πλέον ιστορική φυσιογνωμία, ο Αντόνιο Νέγκρι δεν είναι σίγουρα ο τύπος του θεωρητικός «του σαλονιού»: ήταν ήδη καθηγητής πολιτικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της γενέτειράς του Πάντοβα, όταν, από τα τέλη της δεκαετίας του ’60 αναδείχθηκε σε ηγετικό στέλεχος της Εργατικής Εξουσίας και της Εργατικής Αυτονομίας, ενώ η πορεία του θα τον έχριζε σπουδαιότερο θεωρητικό του κινήματος της Αυτονομίας. Η διαδρομή του, περιπετειώδης: Θα συλλαμβανόταν το 1979 και θα κατηγορούνταν, χωρίς επαρκή στοιχεία, για τρομοκρατική δράση -ακόμα και ως «εγκέφαλος» των Ερυθρών Ταξιαρχιών! Θα καταδικαζόταν τελικά σε 30 χρόνια φυλάκιση για συμμετοχή σε δύο φόνους. Το 1983, όμως, διέφυγε στη Γαλλία, όπου, προστατευμένος από τον κίνδυνο της απέλασης χάρη στο «δόγμα Μιτεράν», δίδαξε στο πανεπιστήμιο VIII του Παρισιού και στο College International de Philosophie, δίπλα σε ογκόλιθους της παγκόσμιας διανόησης όπως ο Ντεριντά, ο Φουκό και ο Ντελέζ. Το 1997, μετά από συμφωνία που μείωσε την καταδίκη του στα 13 χρόνια, επέστρεψε στην Ιταλία για να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του. Πολλά από τα σημαντικότερα έργα του γράφτηκαν στη φυλακή. Μετά την αποφυλάκισή του το 2003, ζει στη Βενετία και το Παρίσι μαζί με τη Γαλλίδα φιλόσοφο Judith Revel. Στο Παρίσι γνώρισε και τον Μάικλ Χαρντ.

Οι δύο ανατρεπτικοί νόες, Νέγκρι και Χαρντ, κονιορτοποιούν την απαστράπτουσα βιτρίνα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας το ερεβώδες του πρόσωπο. Και, αν και συγγραφείς ενός νέου «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», δεν διστάζουν να φωνάξουν: «Ν’ αδειάσουμε κι άλλο τις εκκλησίες της Αριστεράς, να σφαλίσουμε τις πόρτες τους και να τους βάλουμε φωτιά!» -αναγνωρίζοντας ως κινητήριο δύναμη της ιστορίας και της επανάστασης τα κινή- ματα. Γιατί Νέγκρι και Χαρντ πιστεύουν ότι οι λαοί μπορούν να αυτοκυβερνηθούν. Στα έργα τους, «νιώθει κανείς, πίσω από τις γραμμές τους, τις μυρωδιές και τους ήχους του Σιάτλ, της Γένοβας και των Ζαπατίστας...»

Οι δύο ανατρεπτικοί νόες, Νέγκρι και Χαρντ, κονιορτοποιούν την απαστράπτουσα βιτρίνα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, αποκαλύπτοντας το ερεβώδες του πρόσωπο. Και, αν και συγγραφείς ενός νέου «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», δεν διστάζουν να φωνάξουν: «Ν’ αδειάσουμε κι άλλο τις εκκλησίες της Αριστεράς, να σφαλίσουμε τις πόρτες τους και να τους βάλουμε φωτιά!» -αναγνωρίζοντας ως κινητήριο δύναμη της ιστορίας, τα κινήματα. Στα έργα τους, «νιώθει κανείς, πίσω από τις γραμμές τους, τις μυρωδιές και τους ήχους του Σιάτλ, της Γένοβας και των Ζαπατίστας…»

Το CRASH αναζήτησε τον Μάικλ Χαρντ, τον οποίο, όπως αναμενόταν εξάλλου, πετύχαμε σε περίοδο οργασμικής δημιουργίας. Έτσι, η συνέντευξη κλείστηκε για δυόμιση μήνες μετά, και είναι από τις απολαυστικότερες που έχουμε φιλοξενήσει. Αποπνέοντας περισσότερο μια οικεία αμεσότητα, παρά μια ακαδημαϊκή τυπικότητα, εμφύσησε στη συζήτηση ζωντάνια και διαλεκτική ώθηση που ενδεχομένως να ζήλευαν όσοι συναθροίζονταν στην αγορά της αρχαίας Αθήνας. Η έντονη αίσθηση χιούμορ που διαθέτει έκανε τη συζήτηση ακόμα πιο ευχάριστη.

Μιλήσαμε μαζί του παραμονές μιας μάλλον δυσάρεστης «επετείου» για την Ελλάδα, καθώς ήταν πριν από τέσσερα χρόνια, τον Μάιο του 2010, που η χώρα υπέγραφε το πρώτο μνημόνιο. Το αναφέρω στον Μάικλ Χαρντ και τον ρωτώ:

Στο βιβλίο που συγγράψατε μαζί με τον Τόνι Νέγκρι «Να Πάρουμε τη Σκυτάλη» αναφέρετε ότι οι Έλληνες βρίσκονται αντιμέτωποι με κρατικό χρέος και μέτρα λιτότητας που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία. Θα θέλατε να αναπτύξετε περισσότερο αυτή σας τη θέση;

«Η ελληνική περίπτωση είναι υπό μία έννοια πιο ακραία, θεωρώ όμως ότι σε όλον τον κόσμο οι πολίτες αντιμετωπίζουν το χρέος ως όργανο πειθαρχίας και ελέγχου. Οπότε, τόσο τα κρατικό όσο και το ιδιωτικό (ατομικό) χρέος λειτουργούν σήμερα ως πρωταρχικά μέσα κοινωνικού ελέγχου ή ακόμα και μέσα μετασχηματισμού υποκειμενικοτήτων. Είναι πολύ σημαντικό, λοιπόν, να θέσουμε στην πολιτική ατζέντα τρόπους αγώνα κατά του χρέους και των μηχανισμών του για έλεγχο. Και αυτό αφορά τόσο στο ιδιωτικό όσο και στο κρατικό χρέος. Ναι, η Ελλάδα είναι σε θέση αιχμής σε διεθνές επίπεδο. Αυτό το δυσάρεστο για τους Έλληνες γεγονός αποτελεί όμως ταυτόχρονα την εικόνα του μέλλοντος όλων μας».

Έχει στηθεί σήμερα στην Ελλάδα το «εργαστήρι» του Χρεωμένου -όπως τον αποκαλείτε στο βιβλίο σας- με την προοπτική αυτή η υποκειμενικότητα να «εξαχθεί», μαζί με τις «αλυσίδες» της, σε όλη την ήπειρο;

«Σήμερα, η δυσκολία του πολιτικού αγώνα οφείλεται εν μέρει και στο ότι οι μορφές του χρέους είναι διαφορετικές σε διαφορετικές χώρες. Οπότε, ο Χρεωμένος δεν εξάγεται στην ίδια ακριβώς μορφή -τότε θα ήταν ευκολότερη, για παράδειγμα, η οργάνωση πολιτικών κινημάτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό να χτιστεί η αντίσταση και να προταθεί η εναλλακτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Από τα πιο αγχωτικά έως και θλιβερά σημεία τα τελευταία χρόνια είναι η δυσκολία των Ευρωπαίων ακτιβιστών να ενωθούν με τους ακτιβιστές στην Ελλάδα, την Ισπανία και άλλες χώρες. Κατά κάποιο τρόπο, ο διαχωρισμός Βορρά-Νότου έχει αποπροσανατολίσει την απαραίτητη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού κινήματος».

Ορόσημο στην πορεία του Αμερικανού φιλοσόφου ήταν η συνάντησή του με την κορυφαία πολιτική και ιστορική φυσιογνωμία της Ιταλίας και επίσης πολιτικό φιλόσοφο, τον Αντόνιο Νέγκρι. Μαζί με τον Νέγκρι, που κατηγορήθηκε ως εγκέφαλος των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» και πέρασε 13 ολόκληρα χρόνια στη φυλακή, συνέγραψαν μια τριλογία που θεωρείται το σύγχρονο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Ορόσημο στην πορεία του Αμερικανού φιλοσόφου ήταν η συνάντησή του με την κορυφαία πολιτική και ιστορική φυσιογνωμία της Ιταλίας και επίσης πολιτικό φιλόσοφο, τον Αντόνιο Νέγκρι. Μαζί με τον Νέγκρι, που κατηγορήθηκε ως εγκέφαλος των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» και πέρασε 13 ολόκληρα χρόνια στη φυλακή, συνέγραψαν μια τριλογία που θεωρείται το σύγχρονο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.

Η έννοια του χρέους είναι κεντρική, όχι μόνο στον σημερινό πολιτικό διάλογο, αλλά και στις ζωές μας. Γράφετε ότι σήμερα η εκμετάλλευση δεν βασίζεται στην ανταλλαγή, αλλά στο χρέος, ότι το χρέος ασκεί μια μορφή ηθικής -με πρώτα όπλα την ευθύνη και την ενοχή- και ότι, με αυτόν τον τρόπο, η ζωή έχει πουληθεί ολόκληρη στον εχθρό. Θα θέλατε να το σχολιάσετε περισσότερο;

«Ένας από τους τρόπους που λειτουργεί το χρέος είναι με το να παράγει υποκειμενικότητα μέσω της ενοχής. Για παράδειγμα, όσον αφορά στο ιδιωτικό χρέος, θεωρείσαι μόνος σου υπεύθυνος για το χρέος σου -για την ακρίβεια, είσαι έως και ένοχος γι’ αυτό. Και αυτός ο τρόπος ευθύνης και εξατομίκευσης είναι τμήμα του μηχανισμού μέσω του οποίου το χρέος σε ελέγχει. Σε παράγουν λοιπόν ως υποκείμενο, ένα ένοχο μεμονωμένο υποκείμενο, και ήδη το να είσαι αυτό το υποκείμενο είναι μέρος του ελέγχου.

Κάτι παρόμοιο συμβαίνει με το κρατικό χρέος. Οι Έλληνες γνωρίζουν τη δημόσια συζήτηση στην Ευρώπη που θέλει τους Έλληνες πολίτες υπεύθυνους για το χρέος τους εξαιτίας των παράλογων εξόδων τους και λοιπά. Οπότε, ακόμα και σε κρατικό επίπεδο, οι Έλληνες είναι ένοχοι και υπεύθυνοι γι’ αυτό. Μια λοιπόν από τις λειτουργίες που πρέπει να τεθούν σε κίνηση είναι μια αντι-εργασία (counter-work), μια μορφή αντίστασης, σε επίπεδο υποκειμενικότητας. Με άλλα λόγια, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι αφενός δεν είμαστε ένοχοι για το χρέος μας, αφετέρου ότι δεν είμαστε μόνοι, δεν αποτελούμε μεμονωμένες περιπτώσεις».

Τι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε για να αποτινάξουμε αυτή την ενοχή;

«Για παράδειγμα, όσον αφορά το ιδιωτικό χρέος -αυτό ισχύει λίγο πολύ και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ- αυτό που κάποτε επιτυγχανόταν με το σύστημα πρόνοιας (welfare), τώρα επιτυγχάνεται με το σύστημα χρέους (debtfare). Με άλλα λόγια, αναμενόμενες παροχές όπως η παιδεία, η υγεία, η στέγαση, πλέον δεν εκπορεύονται από το κράτος, αλλά από το χρέος.

Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, ένας νέος πρέπει να πάρει δάνειο, δηλαδή να αποκτήσει χρέος, για να φοιτήσει στο Πανεπιστήμιο, για να έχει πρόσβαση στην υγεία, για να αποκτήσει σπίτι. Αυτό δεν περιλαμβάνει κάποιο είδος ένοχης υπερβολής. Τα ίδια τα μέσα για την επιβίωση προϋποθέτουν να “φορτωθεί” κάποιος με χρέος. Σε αυτό λοιπόν το επίπεδο, θεωρώ ότι είναι σημαντικό να αντιμετωπίζουμε τις υποκειμενικότητες αναγνωρίζοντας ότι δεν πρόκειται για ένα ερώτημα ατομικό, αλλά κοινωνικό. Κι επιπλέον, να αναγνωρίσουμε ότι αυτές οι βασικές ανάγκες της ζωής βοηθούν να καταστρέψουμε την υποκειμενικότητα του Χρεωμένου, της ένοχης μεμονωμένης φύσης του, και να κατασκευάσουμε μια νέα υποκειμενικότητα».

Πώς μπορεί να γίνει αυτό; Πώς μπορούμε να καταστρέψουμε τον Χρεωμένο και να δημιουργήσουμε μια νέα υποκειμενικότητα;

Θα αναφερθεί στις «προσπάθειες πολιτικής οργάνωσης δανειοληπτών ή φοιτητών που έχουν πάρει δάνεια για τις σπουδές τους» στις ΗΠΑ, αλλά και στο «πολύ επιτυχημένο» κίνημα κατά των εξώσεων στην Ισπανία, «στο οποίο πρωτοστατεί η οργάνωση PAH. Έχουν λοιπόν ενώσει δυνάμεις για να μετατρέψουν το ερώτημα της κατοικίας σε κοινωνικό ερώτημα, αγωνιζόμενοι για όσους χάνουν τα σπίτια τους απλώς γιατί δεν μπορούν να πληρώσουν τα χρέη τους. Κανένα από αυτά τα κινήματα δεν είναι η απάντηση στο ερώτημα, αποτελούν ωστόσο σημαντικές στρατηγικές για σήμερα».

Στην Ελλάδα, η πολιτική και οικονομική ελίτ υποστηρίζει ότι η μοναδική μας σωτηρία θα επέλθει αν… επιδεινώσουμε την κατάσταση. Και αρκετοί πολίτες ακόμα το πιστεύουν. Θα μπορούσε αυτή η στάση να ερμηνευτεί υπό το πρίσμα του «πολιτικού παράδοξου» του Σπινόζα…

Δεν προλαβαίνω να τελειώσω την ερώτηση. Γελάει δυνατά. «…Ότι δηλαδή οι άνθρωποι αγωνίζονται για τη σκλαβιά τους σαν να επρόκειτο για τη σωτηρία τους»;

Ναι.

«Πολύ ενδιαφέρουσα και ελκυστική αναφορά. Εννοείτε λοιπόν με το ερώτημα ότι τα προγράμματα λιτότητας…»

Ότι πολλοί ακόμα πιστεύουν πως αποτελούν τη μόνη λύση -«τι θα γινόμασταν χωρίς μνημόνιο;» σκέφτονται- και αυτό παρά το ότι βλέπουν πως η ζωή τους καταστρέφεται…

Προβληματίζεται… «Να σας θέσω κι εγώ ένα ερώτημα: λέτε δηλαδή ότι υπάρχουν άνθρωποι που υποστηρίζουν το μνημόνιο, τη λιτότητα…»

…όχι ρητά ίσως, αλλά αποδέχονται σχεδόν παθητικά τα μέτρα, δεν πιστεύουν ότι υπάρχει εναλλακτική και δεν παλεύουν γι’ αυτή.

«Μπορώ να αντιληφθώ ως εξωτερικός παρατηρητής ότι είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κάποιος μια εναλλακτική στο μνημόνιο, γιατί οι πολιτικές πιέσεις, τόσο οι εξωτερικές όσο και οι εσωτερικές στην Ελλάδα, είναι πολύ ισχυρές. Θεωρώ αναγκαίο να υπάρξει αγώνας σε επίπεδο ανώτερο από την Ελλάδα -αν και οι “απ’ έξω” δεν θα πρέπει να έχουμε πολιτικές προτάσεις.

Το πρόβλημα στην Ισπανία, την Ελλάδα (ή και τις ΗΠΑ) δεν μπορεί να επιλυθεί σε εθνικό επίπεδο, αλλά σε ευρωπαϊκό -δηλαδή, στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί μόνον από Έλληνες ακτιβιστές. Γίνονται προσπάθειες, κάποιες επιτυχημένες, σε αυτήν την κατεύθυνση.

Για παράδειγμα, στη Γερμανία, πολλοί από την Αριστερά, καθώς και ριζοσπάστες ακτιβιστές, εκφράζουν μεν ένα είδος αλληλεγγύης στην Ελλάδα – αλλά θεωρώ ότι δεν αρκεί. Γιατί αυτή η αλληλεγγύη μοιάζει σαν έκφραση συμπάθειας για τους άτυχους, παρά σαν αναγνώριση ότι στην πραγματικότητα όλη η Ευρώπη οδεύει προς την ίδια κατάσταση».

"Το πιο ισχυρό θεμέλιο των κατεστημένων μορφών εξουσίας σήμερα είναι η απάθεια των ανθρώπων και η αποστασιοποίησή τους από την πολιτική...", λέει ο Χαρντ. Και συμπληρώνει: "Από τα πιο αγχωτικά έως και θλιβερά σημεία των καιρών μας είναι η δυσκολία των Ευρωπαίων ακτιβιστών να ενωθούν με τους ακτιβιστές στην Ελλάδα".

«Το πιο ισχυρό θεμέλιο
των κατεστημένων μορφών εξουσίας σήμερα είναι η απάθεια των ανθρώπων και η αποστασιοποίησή τους από την πολιτική…», λέει ο Χαρντ. Και συμπληρώνει: «Από τα πιο αγχωτικά έως και θλιβερά σημεία των καιρών μας είναι η δυσκολία των Ευρωπαίων ακτιβιστών να ενωθούν με τους ακτιβιστές στην Ελλάδα».

Από τα πολύ ενδιαφέροντα σημεία στο «Να πάρουμε τη σκυτάλη», είναι ότι ο Μάικλ Χαρντ με τον Τόνι Νέγκρι περιγράφουν ως την πιο σημαντική επικοινωνία για τους προλετάριους –όχι, όμως και για τους αγρότες που ήταν «διάσπαρτοι»- τον χώρο του εργοστασίου (τον χώρο δουλειάς). Και ότι η τάξη, όπως και η βάση της πολιτικής δράσης, ΔΕΝ σχηματίζεται αρχικά με την κυκλοφορία της πληροφορίας ούτε καν με την κυκλοφορία των ιδεών, αλλά σχηματίζεται με την δημιουργία πολιτικών συναισθημάτων, κάτι που προϋποθέτει φυσική εγγύτητα («Τίποτε δεν μπορεί να αντικαταστήσει τη συνάρθοιση των σωμάτων, τη σωματική επικοινωνία, που είναι η βάση της πολιτικής επικοινωνίας και δράσης»). Το αναφέρω και τον ρωτώ:

Θεωρείτε ότι αυτός μπορεί να είναι και ο λόγος που η πολιτική ελίτ μετήλθε όλα τα μέσα για να συντρίψει το κίνημα των Αγανακτισμένων και το Occupy;

«Καταρχάς, ένα από αυτά που ο Τόνι (Νέγκρι) κι εγώ είχαμε στο μυαλό μας είναι ότι, ενώ τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης (σ.σ. Facebook, Twitter, κ.λπ.) και άλλοι μηχανισμοί επικοινωνίας αποτελούν σήμερα εξαιρετικά σημαντικά εργαλεία για την πολιτική οργάνωση, ωστόσο δεν υπάρχει υποκατάστατο για τη συνάθροιση. Συνυπήρξαμε, λοιπόν, στις “κατασκηνώσεις” στην Ελλάδα, την Ισπανία και αλλού. Η πολιτική δύναμη της φυσικής παρουσίας αναγνωρίστηκε εκεί. Πιστεύω, όπως λέτε, ότι η μεταμορφωτική δύναμη των “κατασκηνώσεων”, η πολιτική, αλλά και η πολιτικοποίηση που δημιούργησαν αποτελούσαν απειλή. Και στην Ελλάδα. Στην Ισπανία, πολλοί Αγανακτισμένοι δεν ήταν βετεράνοι του πολιτικού κινήματος, που διαδήλωναν κάθε εβδομάδα τα τελευταία 20 χρόνια. Ήταν άνθρωποι νέοι στην πολιτική που μεταμορφώθηκαν από την εμπειρία. Και για το Occupy των ΗΠΑ ισχύει αυτό. Γεννήθηκε επομένως νέα πολιτική αλλά και νέα πολιτικοποίηση. Το πιο ισχυρό θεμέλιο των κατεστημένων μορφών ισχύος σήμερα είναι η απάθεια των ανθρώπων και η αποστασιοποίησή τους από την πολιτική».

Η γενικευμένη απάθεια για την πολιτική παραμένει, καθώς και η μηδενιστική άποψη για όλους τους πολιτικούς. Οι πολίτες, που συχνά έχουν απομειωθεί σε καταναλωτές ή ψηφοφόρους, έχουν φθάσει να πιστεύουν πως δεν μπορούν επουδενί να αλλάξουν την κατάσταση, την οποία θεωρούν ότι ελέγχει μια μικρή πλην παντοδύναμη ελίτ.

Αντιστοιχεί σε κάποιο βαθμό στην πραγματικότητα αυτό το συναίσθημα «πολιτικής ανημπόριας», που εντάθηκε μετά τη συντριβή των κινημάτων; Πώς μπορεί ο πολίτης να το υπερβεί, δεδομένου ενός ισχυρού κρατικού κατασταλτικού μηχανισμού;

«Κατανοώ απόλυτα την απάθεια των ανθρώπων. Δεν θεωρώ καν ότι πρέπει να επικρίνονται γι’ αυτή. Όλα είναι σχεδιασμένα ώστε να καταστήσουν τους ανθρώπους απαθείς πολιτικά και να τους δημιουργήσουν το συναίσθημα πως οτιδήποτε κι αν κάνουν δεν θα έχει αποτέλεσμα. Το εκλογικό σύστημα στο σύνολό του έχει αυτό το

αποτέλεσμα. Ο έλεγχος από τις πολυεθνικές έχει αυτό το αποτέλεσμα. Στις ΗΠΑ φυσικά, η επιρροή του χρήματος στην πολιτική διαδικασία έχει αυτό το αποτέλεσμα. Θεωρώ λοιπόν απόλυτα κατανοητό ότι η πλειοψηφία των πολιτών καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η πολιτική είναι στην καλύτερη περίπτωση βαρετή, και γενικά δεν αλλάζει κάτι»

Γεγονότα όπως τα κινήματα του 2011, όμως, μου λέει «σπάνε αυτή την απάθεια και επιτρέπουν στους ανθρώπους να καταλάβουν, όχι μόνο το αποτέλεσμα της πολιτικής δράσης και ζωής, αλλά και τη χαρά της. Μοιάζει απογοη- τευτικό -το αντιλαμβάνομαι από την ερώτησή σας- ότι μετά την ήττα των διαφόρων “κατασκηνώσεων” κι ενώ η λιτότητα και η κρίση συνεχίζονται, πολλοί έχουν επιστρέψει σε μια απαθή στάση. Μπορούμε με βεβαιότητα, όμως, να πούμε ότι θα υπάρξει κι άλλη «έκρηξη» -και δεν το λέω σαν προφήτης που αναμένει τη στιγμή εκείνη. Φυσικά και πρέπει να δρούμε πολιτικά και να οργανωνόμαστε εν τω μεταξύ. Τα αιτήματα για δημοκρατία και λαϊκό έλεγχο δεν έχουν υποχωρήσει, απλώς έχουν εξωθηθεί κάτω από την επιφάνεια, θα αναδυθούν, όμως, ξανά σύντομα».

Σύμφωνα με τον Χαρντ, "αυτό που κάποτε επιτυγχανόταν με το σύστημα πρόνοιας, τώρα επιτυγχάνεται με το σύστημα χρέους: H παιδεία, η υγεία, η στέγαση, πλέον δεν εκπορεύονται από το κράτος, αλλά από το χρέος. Το χρέος δεν προϋποθέτει λοιπόν κάποια ένοχη υπερβολή, αλλά αφορά στην επιβίωση"

Σύμφωνα με τον Χαρντ, «αυτό που κάποτε επιτυγχανόταν με το σύστημα πρόνοιας, τώρα επιτυγχάνεται με το σύστημα χρέους: H παιδεία, η υγεία, η στέγαση, πλέον δεν εκπορεύονται από το κράτος, αλλά από το χρέος. Το χρέος δεν προϋποθέτει λοιπόν κάποια ένοχη υπερβολή, αλλά αφορά στην επιβίωση»

Μπορεί η Δημοκρατία και η πρόσβαση στο Κοινό να αποκατασταθούν με μια αλλαγή κυβέρνησης -ίσως μια κυβέρνηση της Αριστεράς;

«Μια αριστερή κυβέρνηση μπορεί ασφαλώς να προωθήσει τα δημοκρατικά αιτήματα των κινημάτων και των αγώνων για δημιουργία του Κοινού και να δημιουργήσει περισσότερο χώρο για αυτά. Η εκλογή, όμως, μιας αριστερής κυβέρνησης δεν θα πρέπει να μεταφραστεί στη συνείδηση των πολιτών ως ώρα να πάνε όλοι στα σπίτια τους και να την αφήσουν να λύσει όλα τα προβλήματα. Θα ήταν, λοιπόν, εξαιρετικό και σημαντικό γεγονός εάν πολλές ευρωπαϊκές χώρες αποκτούσαν αριστερή κυβέρνηση που θα όρθωνε ανάστημα, θα αντιτασσόταν στα αιτήματα για λιτότητα και ταυτόχρονα θα δημιουργούσε περισσότερο χώρο για την ανάπτυξη λαϊκών κινημάτων στα αριστερά, χωρίς όμως να τα υποκαταστήσει».

Οπότε, τα αριστερά κόμματα πρέπει να συνεργαστούν με τα κινήματα για να μη γίνουν «κόμματα θρηνολογίας» όπως τα αποκαλείτε…

«Ναι, ακόμα και να καθοδηγηθούν από τα κινήματα».

Μια δεύτερη υποκειμενικότητα που παρουσιάζετε είναι ο Ασφαλισμένος. Πώς μπορεί ο Ασφαλισμένος να ταυτίζεται κάποιες φορές με τον άνθρωπο που σήμερα ζει με επισφάλεια;

«Η ασφάλεια που προτείνουν είναι ουσιαστικά ψευδεπίγραφη. Το καθεστώς ασφαλείας υπό το οποίο ζούμε δεν μας καθιστά ασφαλείς. Μας ωθεί απλώς να αποδεχθούμε ολοένα και πιο εκτεταμένες τεχνικές για παρακολούθηση και έλεγχο, που στην πραγματικότητα βασίζονται στον φόβο. Δεν αναρωτιέστε γιατί οι άνθρωποι σήμερα αποδέχονται το είδος της παρακολούθησης που θεωρούσαμε ότι προορίζεται για τις φυλακές και τους εχθρούς των φυλακών, που ξέρετε ότι είμαστε; Σχεδόν κάθε μας κίνηση παρακολουθείται και καταγράφεται, όχι μόνον όταν εισερχόμαστε σε αεροδρόμια ή κυβερνητικά κτίρια, αλλά ακόμα και στους δρόμους, στα ιδρύματα, με κάμερες ασφαλείας.

Πρέπει λοιπόν να κατασκευάσουμε μια έννοια αληθινής ασφάλειας, που να μη βασίζεται στην παρακολούθηση και τον έλεγχο από την κυβέρνηση και το κράτος, αλλά στις μεταξύ μας σχέσεις».

Η τριλογία των Νέγκρι και Χαρντ «Αυτοκρατορία», «Πλήθος: Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της αυτοκρατορίας» και «Κοινοπολιτεία», που χαρακτηρίστηκε από τους «New York Times» μια «αναθεωρημένη έκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου των Μαρξ-Έγκελς για τον 21ο αιώνα», αποτελεί ένα από τα πλέον εμβληματικά έργα στην ιστορία της σύγχρονης φιλοσοφίας.

Η τριλογία των Νέγκρι και Χαρντ «Αυτοκρατορία», «Πλήθος: Πόλεμος και δημοκρατία στην εποχή της αυτοκρατορίας» και «Κοινοπολιτεία», που χαρακτηρίστηκε από τους «New York Times» μια «αναθεωρημένη έκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου των Μαρξ-Έγκελς για τον 21ο αιώνα», αποτελεί ένα από τα πλέον εμβληματικά έργα στην ιστορία της σύγχρονης φιλοσοφίας.

Αυτό που συμβαίνει, όμως, είναι ότι μεταλλασσόμαστε από πολίτες σε καταναλωτές και οπαδούς… Το «ηγούμαι ακολουθώντας» των Ζαπατίστας, στους οποίους κάθε μέλος του κινήματος θεωρείται ικανό να συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στην ηγεσία, απέχει πολύ από τη νοοτροπία της πλειοψηφίας των πολιτών διεθνώς που έχουν εναποθέσει τη μοίρα τους στα χέρια «ειδικών». Στην Ελλάδα τεχνοκράτες σχεδιάζουν όλες τις «μεταρρυθμίσεις». Το αναφέρω και τον ρωτώ:

Χρειαζόμαστε όντως «ειδικούς» για να μας οδηγήσουν έξω από το τούνελ;

«Μέρος του μηχανισμού δημιουργίας απάθειας, για την οποία συζητούσαμε νωρίτερα, έγκειται στην ψευδαίσθηση των ειδικών, την ψευδαίσθηση ότι όλες οι πολιτικές επιλογές είναι πολύπλοκες και ότι μόνον ειδικοί που τις καταλαβαίνουν μπορούν να τις κάνουν. Στην πραγματικότητα, οι απαραίτητες αποφάσεις για τη διακυβέρνηση δεν είναι τόσο σύνθετες και δεν προϋποθέτουν ιδιοφυία για τη λήψη τους. Δεν γνωρίζω για την Ελλάδα, αλλά οι άνδρες -κυρίως άνδρες- στο αμερικανικό Κογκρέσο δεν είναι ιδιοφυίες, απλώς έχουν την απαιτούμενη πληροφόρηση. Μέρος, λοιπόν, της διαδικασίας πολιτικοποίησης και της καταπολέμησης της απάθειας είναι να καταστρέψουμε την ψευδαίσθηση των ειδικών και να αναγνωρίσουμε ότι όλοι μπορούμε, με την απαραίτητη πληροφόρηση, να καταστούμε ικανοί για να λάβουμε τις απαραίτητες πολιτικές αποφάσεις για τις συλλογικές ζωές μας».

Οι ειδικοί διατείνονται επίσης ότι θα φέρουν ανάπτυξη -εξισώνοντας συνήθως την ανάπτυξη με την αύξηση. Πώς θα το σχολιάζατε;

«Σε ένα ανώτερο επίπεδο σκέψης, πρέπει να επινοήσουμε εκ νέου την έννοια της ανάπτυξης, ώστε να μη σημαίνει απλώς αύξηση. Με άλλα λόγια, η οικονομική ανάπτυξη δεν χρειάζεται να σημαίνει την παραγωγή περισσότερων αγαθών –και αυτό είναι ένα ερώτημα τόσο πολιτικό όσο και οικολογικό και κοινωνικό… Τι σημαίνει για εμάς να αναπτυχθούμε, ο ένας μαζί με τον άλλον; Έχει μια κοινωνική σημασία, και δεν έχει απλώς στόχο να παράγουμε περισσότερα αυτοκίνητα ή ψυγεία ή i-Pads.

Σε πιο άμεσο επίπεδο, και ειδικά για μια χώρα όπως η Ελλάδα, είναι αλήθεια ότι χρειαζόμαστε περισσότερες δουλειές ή τρόπους αντιμετώπισης της ανεργίας… Δεν είμαι, όμως, πεπεισμένος ότι οι ειδικοί οικονομολόγοι έχουν το μονοπώλιο στην κατανόηση της κατάλληλης αντίδρασης. Και μέχρι στιγμής δεν έχουν αποδειχθεί ιδιαίτερα ευφυείς».

Η Ναόμι Κλάιν στο Δόγμα του Σοκ έγραφε ότι, όταν ο Πινοσέτ και οι στρατηγοί προετοίμαζαν το πραξικόπημα στη Χιλή ζήτησαν από τα αγόρια της Σχολής του Σικάγο έναν «οδηγό» οικονομικού προγράμματος για να εφαρμόσουν όταν θα έπαιρναν την εξουσία, εκείνοι τους έδωσαν αμέσως ένα εγχειρίδιο 500 σελίδων. Το αναφέρω στον Μάικλ Χαρντ και ρωτώ:

Πόσο προετοιμασμένη είναι σήμερα η κοινωνία αν καταρρεύσει ξαφνικά ο νεοφιλελευθερισμός; Ή η πράξη θα φέρει τη λύση;

«Δεν μπορούμε να περιμένουμε ένα γεγονός, όπως μια κατάρρευση, μια κρίση ή μια σοβαρή δυσκολία του παρόντος καθεστώτος. Θα έχουμε την ευκαιρία να δημιουργήσουμε μια διαφορετική κοινωνία -μέρος της οποίας θα είναι και μια άλλη Ευρώπη- και πρέπει να είμαστε έτοιμοι. Είναι σημαντικό λοιπόν, όχι μόνο να αντιστεκόμαστε στο παρόν καθεστώς: Πρέπει να οραματιστούμε, να διατυπώσουμε, ακόμα και να αρχίζουμε να κατασκευάζουμε μια εναλλακτική. Αυτό σημαίνει για μένα το βιβλίο των 500 σελίδων».

Χαρντ και Νέγκρι γράφουν ότι με τον πολιτικό αγώνα έχουν κατακτηθεί αναπαλλοτρίωτα δικαιώματα, όπως η ζωή, η επιδίωξη της ευτυχίας, η ελεύθερη πρόσβαση στο κοινό, η ισότητα στη διανομή του πλούτου και η βιωσιμότητα του κοινού.

Ωστόσο, η σημερινή δημόσια πολιτική συζήτηση μοιάζει να επικεντρώνεται γύρω από μια υλιστική προσέγγιση της ζωής. Ακούμε συχνά αιτήματα π.χ. για το τέλος της λιτότητας, τη μείωση του χρέους, αλλά όχι για το δικαίωμα στην ευτυχία -παρόλο που μάλλον ζούμε σε εποχή μαζικής κατάθλιψης. Γιατί;

Γελάει. «Ενδιαφέρον αυτό. Είναι χρήσιμο να συνδέσουμε την έννοια της ευτυχίας σήμερα με την έννοια της κοινής (σ.σ. συλλογικής) ευτυχίας τον 18ο αιώνα, όρο στη Γαλλική Επανάσταση που συνδέει την κοινή ευτυχία με την καλή διακυβέρνηση. Για εκείνους η ευτυχία δεν ήταν μόνο ένα ευχάριστο θνησιγενές συναίσθημα, αλλά μια κοινωνική σχέση διαρκείας. Αυτό είναι το είδος της ευτυχίας που ενδιαφέρομαι περισσότερο να επιδιώξουμε σήμερα, την ευτυχία του να είμαστε μαζί. Κι αυτό μπορεί να το ονομάσουμε καλή διακυβέρνηση, αλλά και χαρά του “κοινού”, ένα συναίσθημα διαρκείας που πηγάζει από μια νέα κοινωνική συμφωνία. Ρωτάτε λοιπόν γιατί αυτό δεν διατυπώνεται ως αίτημα…»

Μήπως είμαστε παγιδευμένοι σε μια συζήτηση που έχει οριστεί από άλλους;

«Ναι, φυσικά». Τo συνδέει με το τρίπτυχο πολιτικής απάθειας-κατάθλιψης-αίσθησης καθοδήγησης άνωθεν, που καταστρέφεται με την πολιτικοποίηση: «Θυμηθείτε τη μαγεία που ένιωσαν οι πολίτες στο Πάρκο Τσουκότι ή στην Πουέρτα ντελ Σολ ή στο Σύνταγμα: πήγαζε από τη χαρά ότι, όχι μόνο καταστρεφόταν η απάθεια, αλλά ότι δημιουργούνταν συλλογικοί μηχανισμοί λήψης πολιτικών αποφάσεων».

"Ο νεοφιλελευθερισμός είναι όπως στα θρίλερ: εκεί που νομίζεις ότι το τέρας έχει πεθάνει και στέκεσαι όρθιος πάνω από τον τάφο του, υψώνεται ένα χέρι, σε αρπάζει και προσπαθεί να σε τραβήξει κάτω. Είναι νεκρός, αλλά πρέπει να συνεχίσουμε να τον πολεμάμε", υποστηρίζει ο Μάικλ Χαρντ.

«Ο νεοφιλελευθερισμός είναι όπως στα θρίλερ: εκεί που νομίζεις ότι το τέρας έχει πεθάνει και στέκεσαι όρθιος πάνω από τον τάφο του, υψώνεται ένα χέρι, σε αρπάζει και προσπαθεί να σε τραβήξει κάτω. Είναι νεκρός, αλλά πρέπει να συνεχίσουμε να τον πολεμάμε», υποστηρίζει ο Μάικλ Χαρντ.

Η αγάπη μπορεί να είναι το σημείο που η Διοτίμα από το Συμπόσιο του Πλάτωνα συναντά τον Τσε Γκεβάρα. Η έννοια της αγάπης για τη Διοτίμα, όπως γράφετε στην «Κοινοπολιτεία», μας δίνει έναν νέο ορισμό του πλούτου που διευρύνει την ιδέα μας για το κοινό και δείχνει προς μια διαδικασία απελευθέρωσης. Από την άλλη, ο Τσε Γκεβάρα είχε πει το περίφημο ότι ο πραγματικός επαναστάτης καθοδηγείται από αληθινά συναισθήματα αγάπης.

«Η Διοτίμα και ο Τσε; Αυτό είναι πολύ ωραίο…»

Βλέπετε κάποια σύγκλιση μεταξύ τους;

«Ναι. Κατά κάποιον τρόπο η αγάπη είναι μια πολιτική επίδραση που φαίνεται να έχουμε χάσει ή που μας φέρνει αμηχανία. Να διευκρινίσουμε ότι δεν αναφερόμαστε στην αγάπη όπως συνήθως γίνεται αντιληπτή, δηλαδή σαν αγάπη για τον όμοιο ούτε καν ως δημιουργία ένωσης. Η αγάπη μπορεί μάλιστα να πάρει την πιο απαίσια μορφή στον ρατσιστικό και εθνικιστικό τρόπο σκέψης», σύμφωνα με τον οποίο «η αγάπη για τον γείτονα σημαίνει αγάπη για κάποιον σαν κι αυτούς».

Διευκρινίζει: «Οι οπαδοί της θεωρίας υπεροχής της λευκής φυλής και πολλοί Ευρωπαίοι φασίστες λειτουργούν με βάση αυτό το είδος “αγάπης”, όχι ως μίσος για το Άλλο, αλλά ως αγάπη για τους αυτούς και τους ομοίους τους. Προφανώς, όταν μιλάτε για τον Τσε, αναφέρεστε στην αγάπη ως δέσμευση με την πολυμορφία, ως σύνθεση των διαφορών ή άλλων πολλαπλοτήτων. Αυτή η αγάπη -και όχι η αγάπη του ομοίου ή της ένωσης- ως διαδικασία σύνθεσης, δημιουργίας σχέσεων, δεσμών που μας κάνουν όλους πιο δυνατούς στη σχέση μεταξύ μας, θα μπορούσε να αποτελέσει πολιτικό παράδειγμα. Χαίρομαι για τη σύνδεση Διοτίμας και Τσε, που αναδεικνύει αυτό το είδος αγάπης».

Ο Μάικλ Χαρντ είχε δηλώσει κάποτε ότι «ο νεοφιλελευθερισμός είναι νεκρός, αλλά ακόμα υπάρχει ανάμεσά μας σαν ζόμπι». Κάνω μια «προβοκατόρικη» σύγκριση. Του αναφέρω ότι, αν και «ζόμπι», ο νεοφιλελευθερισμός ακόμα κυριαρχεί και ότι ο Τζιμ Τζάρμους θα διαφωνούσε μαζί του, δεδομένου ότι στην ταινία του «Μόνο οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί», οι δύο εραστές παρουσιάζονται ως ζόμπι μάλλον γιατί είναι οι μόνοι εναπομείναντες ρομαντικοί.

«Ζόμπι» είναι λοιπόν ο νεοφιλελευθερισμός ή όσοι υπερασπίζονται το ανθρωπιστικό ιδεώδες;

Γελάει. Δεν έχει δει την ταινία, αλλά καταλαβαίνει τι θέλω να πω.

«Θέλετε λοιπόν να γιορτάσουμε τα ζόμπι;» ρωτά.

«Όχι, απλώς βρήκα το ερώτημα προβοκατόρικο», ομολογώ.

«Είναι. Αυτό κάνει το Χόλιγουντ, κάνει τα ζόμπι αξιαγάπητα».

Εάν ο νεοφιλελευθερισμός είναι νεκρός, πώς μπορεί να καθορίζει ακόμα τις ζωές μας;

«Ο νεοφιλελευθερισμός είναι πνευματικά νεκρός, αλλά είναι ακόμα πολιτικά αποτελεσματικός. Κανείς δεν πιστεύει πραγματικά στις υποσχέσεις του για ελευθερία, ευημερία… Οι υποσχέσεις του λοιπόν είναι νεκρές. Όμως, λειτουργεί σχεδόν από κεκτημένη ταχύτητα. Έχει ακόμα δύναμη, παρόλο που το μυαλό του είναι νεκρό. Ακόμα κι οι ελπίδες που έτρεφαν κάποιοι εξαντλήθηκαν. Είναι λοιπόν σε διαδικασία να ανατραπεί. Μπορούμε να δούμε ένα μέλλον -που ακόμα δεν έχει έρθει- στο οποίο ο νεοφιλελευθερισμός έχει πεθάνει και ταφεί».

Έχει, όμως, αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση…

«Ναι, είναι βέβαιο, αλλά δεν θα συμβεί πολύ σύντομα. Είναι όπως στα θρίλερ: εκεί που νομίζεις ότι το τέρας έχει πεθάνει και στέκεσαι όρθιος πάνω από τον τάφο του, υψώνεται ένα χέρι, σε αρπάζει και προσπαθεί να σε τραβήξει κάτω. Είναι νεκρός, αλλά μην το πιστέψετε ακόμα. Πρέπει να συνεχίσουμε να τον πολεμάμε».

Ως επίλογο στην εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον Μάικλ Χαρντ, το ερώτημα που θέτουν μαζί με τον Τόνι Νέγκρι: «Είναι πιθανόν, ακόμα και στο εγγύς μέλλον, να καταρρεύσει όλη η χρηματοοικονομική δομή. Ή να αποκτήσουν αυτοπεποίθηση και κουράγιο οι οφειλέτες, και να μην πληρώσουν τα χρέη τους. Ή οι άνθρωποι, μαζικά, να αρνηθούν την υπακοή στην εξουσία. Και τι θα κάνουμε τότε; Τι κοινωνία θα οικοδομήσουμε;» Σοβαρός προβληματισμός, σε μια εποχή που «οι βάρβαροι» πλασάρονται ακόμα ως «μια κάποια λύσις»…

Κώστας Δουζίνας: «Στις κάλπες της Ελλάδας κρίνεται το μέλλον της Ευρώπης για τα επόμενα 50 χρόνια»

leave a comment »

Συνέντευξη στη Δέσποινα Παπαγεωργίου [δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Crash, τ. Ιουνίου 2012]

Ο διεθνούς φήμης πολιτικός φιλόσοφος και νομικός Κώστας Δουζίνας

[Στις εκλογές της 6ης Μαίου στην Ελλάδα, μετά από δυόμιση χρόνια Μνημονίου, έγινε η μεγάλη ανατροπή του πολιτικού σκηνικού. Ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχθηκε σε δεύτερο κόμμα, δυο μονάδες κάτω από τη ΝΔ, και το ΠΑΣΟΚ βρέθηκε τρίτο στην κατάταξη. Ο διεθνώς διακεκριμένος πολιτικός φιλόσοφος και νομικός Κώστας Δουζίνας, διευθυντής του Birkbeck College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και τακτικός αρθρογράφος του βρετανικού «Guardian», μιλά και αναλύει τις πολιτικές αλλαγές που συντελέστηκαν στην Ελλάδα και τον κόσμο τα τελευταία χρόνια] 

Τι θα γινόταν αν απεργούσαν οι φιλόσοφοι;» ήταν το ερώτημα που είχε θέσει πριν από χρόνια ο καθηγητής Θεοδόσης Πελεγρίνης. Ένα ερώτημα που εν πολλοίς αντιμετωπίζεται με αδιαφορία, αν όχι με ελαφρό μειδίαμα συγκατάβασης. Αν απεργούσαν οι γιατροί, άνθρωποι θα πέθαιναν. Αν απεργούσαν οι αγρότες, δεν θα υπήρχαν τρόφιμα. Αν απεργούσαν οι οδοκαθαριστές, θα κινδύνευε η δημόσια υγεία.

Αλλά ποιος θα νοιαζόταν αν απεργούσαν οι φιλόσοφοι σε μια εποχή που ο κυνισμός αποθεώνεται μετονομαζόμενος ευφημιστικά σε «ρεαλισμό», ένα «ρεαλισμό» παράδοξο, που παράγει μυριάδες καρβέλια αλλά και ολοένα και περισσότερο διογκωμένες ορδές Γιάννηδων Αγιάννηδων; Σε έναν κόσμο που οι σύγχρονοι «Άθλιοι» φιμώνονται με κουρελού σε μια γωνιά που δεν τη φωτίζουν οι δείκτες της Γουόλ Στριτ; Και που τα νήματα κινεί ένα ιερατείο οικονομολόγων; Σε έναν τέτοιο κόσμο, λίγοι νοιάζονται αν οι φιλόσοφοι –εκείνοι που δεν αποτελούν τα θεωρητικά δεκανίκια αυτού του «ρεαλισμού»– απεργούν. Εκεί, όμως, εντοπίζεται και το πρόβλημα.

Γιατί ποιοι πιο κατάλληλοι να διαλύσουν διανοητικά ερέβη και να κινούν τα γρανάζια του νου, συντονίζοντάς τα με την εποχή; Ποιοι άλλοι, για να συνδράμουν ώστε να γίνουμε από «πιστοί», κριτικοί νόες, από υπήκοοι, πολίτες; Με τι εργαλεία, αλλιώς, θα αποκρυπτογραφήσουμε τα φαινόμενα; Και, τελικά, χωρίς φιλοσόφους, πώς θα αλλάξουμε τον κόσμο;

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: σε μια ελληνική διαφήμιση παρουσιαζόταν μια κοπέλα που επέπληττε τον πατέρα της γιατί σπαταλούσε νερό στο ξύρισμα και ηλεκτρικό, γιατί άφηνε τα φώτα ανοιχτά όλη νύχτα. Στη συνέχεια, έχοντας καταθέσει τα οικολογικά της διαπιστευτήρια, τον επιδοκίμαζε για την αγορά του αυτοκινήτου. «Το μήνυμα», γράφει ο πολιτικός φιλόσοφος και νομικός Κώστας Δουζίνας, «είναι ότι, αν οι άνθρωποι σέβονται τον πλανήτη κάνοντας οικονομία σε νερό και ενέργεια, τότε μπορούν να αγοράσουν αυτό που πραγματικά καταστρέφει τον πλανήτη… το ιδιωτικό αυτοκίνητο»… «Αυτό είναι η αρχή του κυνικού καπιταλισμού, η οποία διέπει και το Μνημόνιο», συνεχίζει. «Δηλαδή, ενώ γνωρίζω ότι κάτι είναι λάθος/ψευδές/άδικο, δρω, πράττω σαν να ήταν ηθικά ορθό».

«Για το Μνημόνιο, μας είπαν: “Υπακούστε το νόμο, πληρώστε το φόρο, γίνετε υπάκουοι υπήκοοι και θα σωθούμε”. Αλλά την ίδια στιγμή υπάρχει η πλήρης ατιμωρησία για την πολιτική και οικονομική εξουσία. Το “πράξε ως αν ίσχυε ένας κανόνας” είναι η ηθική των ανήθικων, του “ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;” η ηθική της εξουσίας», είχε πει παλαιότερα.

Διεθνώς διακεκριμένος καθηγητής Νομικών Σπουδών και πολιτικός φιλόσοφος, ο Κώστας Δουζίνας διαπρέπει ως ακαδημαϊκός 30 χρόνια στο εξωτερικό. Διευθύνει το Birkbeck Institute for the Humanities, είναι αντιπρύτανης του Birkbeck College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, ιδρυτικό μέλος της εταιρείας Κριτικών Νομικών Σπουδών, αρχισυντάκτης του «Law and Critique: The International Journal of Critical Legal Thoughts», διευθυντής του εκδοτικού οίκου Birkbeck Law Press, ιδρυτικό μέλος της Νομικής Σχολής του Birkbeck και του Νομικού Τμήματος του Πανεπιστημίου της Κύπρου. Έχει διδάξει σε πολλά πανεπιστήμια σε όλο τον κόσμο και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες.

Παρόλο το εντυπωσιακό βιογραφικό του, μεγάλο μέρος του ελληνικού κοινού τον γνώρισε μέσα από την αρθρογραφία του στον «Guardian», όταν, στις αρχές του 2010, έγραφε ότι «οι Έλληνες πρέπει να αγωνιστούν για όλους μας» – για να δεχθεί καταιγισμό πυρών από Βρετανούς αναγνώστες. Ήταν σε αυτή, την «πρώτη περίοδο», που σε βρετανικά, αλλά και διεθνή μέσα «η αντιμετώπιση της Ελλάδας ήταν τρομερά αρνητική, επιθετική: οι Έλληνες εμφανίζονταν ως τεμπέληδες, κλέφτες, ψεύτες. Και η κυβέρνηση Παπανδρέου στους πρώτους μήνες έλεγε ανάλογα περίπου, υπήρχε ένας συντονισμός», λέει στο «Crash». Αυτή η αντιμετώπιση, όμως, άρχισε να αλλάζει με τη «Στάση Σύνταγμα», όπως ονομάζει χαρακτηριστικά το κίνημα των πλατειών του περασμένου καλοκαιριού. «Στάση, που σημαίνει και στασιασμός. Στέκομαι, αλλά και εξεγείρομαι».

Το βιβλίο που ο Κώστας Δουζίνας έγραψε «εν θερμώ», όπως λέει.΄Βρέθηκε ανάμεσα στα πλήθη των πλατειών του 2011, συμμετέχοντας και σε εκδήλωση της λαϊκής συνέλευσης για την άμεση δημοκρατία.

Ο Κώστας Δουζίνας βρέθηκε ανάμεσα στα πλήθη των πλατειών, συμμετέχοντας σε εκδήλωση της λαϊκής συνέλευσης για την άμεση δημοκρατία. Κι έγραψε «εν θερμώ», όπως λέει ο ίδιος, και ένα βιβλίο, με τίτλο «Αντίσταση και φιλοσοφία στην κρίση: Πολιτική, Ηθική και Στάση Σύνταγμα». «Ξαφνικά, στο αποκορύφωμα των καταλήψεων του Συντάγματος», τον Ιούνιο του 2011, μου λέει ο Κώστας Δουζίνας, «για πρώτη φορά η μετάδοση των ελληνικών γεγονότων και της ελληνικής κατάστασης πέρασε από την απλή παράθεση οικονομικών στοιχείων –του ελλείμματος, του χρέους κ.λπ.– στην αντίσταση του ελληνικού λαού, από τη μια πλευρά, και, από την άλλη, σε ανταποκρίσεις για τα προβλήματα, για τα βάσανα που περνάνε οι Έλληνες. Αυτή ήταν η δεύτερη φάση, η οποία άλλαξε πραγματικά την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος: από πρόβλημα αφηρημένων μεγεθών το μετέτρεψε σε κοινωνική καταστροφή».

Στη συνέχεια, θα μου πει, περάσαμε στη «φάση Παπαδήμου», όπου υπήρξε μια γενική κατεύθυνση «ότι τώρα που έχουμε τεχνοκράτη πρωθυπουργό στην Ελλάδα, πιθανόν αυτός, με τις ικανότητές τους και χωρίς τις μικροπολιτικές δεσμεύσεις του Παπανδρέου και της κυβέρνησης, να βρει μια λύση. Και αυτό ήταν που τέλειωσε στις 6 Μαΐου».

Το αποτέλεσμα των εκλογών, μου λέει, αναστάτωσε τα media αλλά και την κοινή γνώμη, δημιουργώντας τους, από τη μια πλευρά, έντονη ανησυχία για το πού θα οδηγήσουν εάν εφαρμοστούν οι πολιτικές άρσης των συμφωνιών του Μνημονίου. «Από την άλλη, αυτό το οποίο βλέπουμε τώρα σε πολύ μεγάλη κλίμακα –το διαπίστωσα και σε πρόσφατη επίσκεψή μου στην πρώην Γιουγκοσλαβία– είναι ένας τεράστιος ενθουσιασμός για το πρωτοφανές αυτό εκλογικό αποτέλεσμα στην Ελλάδα, που δίνει το μήνυμα ότι αν κάποιος λαός αποφασίσει να αντισταθεί στις μεγάλες εγχώριες και διεθνείς δυνάμεις, μπορεί και να κερδίσει. Αυτό δίνει μεγάλο θάρρος, μια μεγάλη αίσθηση ανακούφισης και σε άλλο κόσμο».

«Φαίνεται πάντως ότι βρισκόμαστε σε κομβικό σημείο, σε σταυροδρόμι», του λέω. Από τη μια, το Μνημόνιο, που στο βιβλίο του το παρομοιάζει «με ελληνική τραγωδία, και τις μετέπειτα συμφωνίες με φάρσα, που όμως δεν οδηγούν σε κάθαρση, αλλά στην ασταμάτητη ταπείνωση των πρωταγωνιστών της». Και τα μέτρα, που «έχουν μετατρέψει το εθνικό Κοινοβούλιο σε τοπικό υποκατάστημα πολυεθνικής εταιρείας που εκτελεί τις εντολές της διεύθυνσης». Από την άλλη, οι ελληνικές εκλογές, από τις οποίες, όπως έγραφε σε άρθρο του στον «Guardian» πριν την 6η Μαΐου, «μπορεί να ξεκινήσει η ευρωπαϊκή άνοιξη». «Πιστεύετε ότι οι εξελίξεις σας δικαιώνουν;» ρωτώ. «Αχνοφαίνεται κάποιο είδος άνοιξης –και κάθαρσης– στον ορίζοντα;»

«Θα έλεγα ότι κατά κάποιον τρόπο νιώθω και δικαιωμένος σε αυτή την άποψη, την οποία για πρώτη φορά είχα εκφράσει το καλοκαίρι του 2011, όταν, στο βιβλίο που δημοσίευσα, έλεγα ότι το πειραματόζωο –δηλαδή, η Ελλάδα ως πειραματόζωο των νέων πολιτικών της Ευρώπης– θα καταλάβει το εργαστήριο και θα διώξει τους τρελούς επιστήμονες. Τότε, λοιπόν, πολλοί φίλοι μου έλεγαν ότι δεν έχω σχέση με την πραγματικότητα, ότι είμαι υπερβολικά αισιόδοξος. Δεν ήταν έτσι. Οι εκλογές αποτέλεσαν επιβεβαίωση και ουσιαστική, αν και μερική, ολοκλήρωση της αντίστασης του ελληνικού λαού».

O Κώστας Δουζίνας είχε προβλέψει από το 2011 ότι «η άτυπη συμφωνία εναλλαγής των δύο κομμάτων στην εξουσία φτάνει στο τέλος της», ενώ χαρακτηρίζει τα δύο κόμματα «μάρκες εξουσίας των ελίτ» που είναι σαν να βγήκαν από την ίδια γραμμή παραγωγής, με μόνη διαφορά στην «επιχρύσωση».

Θεωρεί, λοιπόν, ότι δικαιώθηκε «αφενός σε αντίθεση με πάρα πολλούς φίλους και συναδέλφους οι οποίοι θεωρούσαν τις διάφορες ενέργειες του ελληνικού λαού σαν κάτι το ατελέσφορο, κάτι το οποίο δεν είχε μια δυναμική και δεν μπορούσε να οδηγήσει πουθενά. Αφετέρου, από την άλλη πλευρά, αυτών που ήταν υπέρ των μνημονιακών μέτρων και οι οποίοι μας έλεγαν ότι τα μέτρα είναι αδιαπραγμάτευτα – ήταν οι οπαδοί της περίφημης ΤΙΝΑ (There Is No Alternative/Δεν υπάρχει Εναλλακτική), οι οποίοι εν μια νυκτί άλλαξαν εντελώς την πολιτική τους τοποθέτηση και μιλάνε πλέον για επαναδιαπραγμάτευση.

Αυτό το οποίο θα ήθελα να τονίσω –και επιβεβαιώθηκε με το αποτέλεσμα των εκλογών– είναι ότι εάν ένας λαός, ένας κόσμος, τα πλήθη των πλατειών αποφασίσουν να ξεκινήσουν διαδικασίες και πρακτικές αντίστασης και να επιμείνουν σε αυτές –όσο είναι δυνατόν, βέβαια– υπάρχει πιθανότητα να κερδίσουν. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από αυτή του λαού, δεν υπάρχει μεγαλύτερη σοφία και γνώση από αυτή του πλήθους –του δήμου– εν συναθροίσει. Αυτή ήταν η Στάση Σύνταγμα και άλλαξε και τους πολίτες ατομικά και το λαό συλλογικά.

Η αρχή της ευρωπαϊκής άνοιξης σημειώθηκε με τα εκλογικά αποτελέσματα σε Ελλάδα και Γαλλία. Έχουμε κατ’ αρχάς μια δειλή, πιθανόν αργότερα πιο ριζική αλλαγή της πολιτικής της Ε.Ε. Ακόμα και οι Γερμανοί εμφανίζονται ξαφνικά να μιλάνε για ανάπτυξη, για την επιμήκυνση των χρονικών ορίων μέσα στα οποία τα μέτρα του Μνημονίου πρέπει να λειτουργήσουν.

Αν ανάγουμε την ανατροπή του σκηνικού στην Ελλάδα σε διεθνές επίπεδο, είναι προφανές ότι έχουμε φτάσει στο σημείο εκείνο που αρχίζει ο κύκλος να γυρίζει από την αυστηρή νεοκλασική νεοφιλελεύθερη πολιτική, την οποία επικροτούσε μέχρι στιγμής απολύτως η Ε.Ε., σε μια πιο κεϊνσιανή πολιτική, την οποία κατά περίεργο τρόπο πάντα ακολουθούσε ο Ομπάμα στην Αμερική, αλλά όχι οι Ευρωπαίοι, δηλαδή όχι ο γεωγραφικός και κοινωνικός χώρος στον οποίο η λογική του κεϊνσιανισμού και του κοινωνικού κράτους είχε δημιουργηθεί».

«Αυτό ακούγεται σχετικά αισιόδοξη εξέλιξη», του λέω. «Ακόμα, όμως, οι μέχρι πρότινος διαχειριστές της εξουσίας και οι “εταίροι” μας προσπαθούν να μας “κρατήσουν” σε νεοφιλελεύθερη ρότα και διαχειρίζονται τους πολίτες μέσω του φόβου. Mάλιστα, θέτουν εκβιαστικά διλήμματα του τύπου “Μνημόνιο ή χάος” και παρουσιάζουν το Μνημόνιο σαν φυσικό φαινόμενο, το οποίο είναι αδύνατον να αποφύγουμε. Πώς θα το σχολιάζατε;

«Δύο πράγματα είναι, νομίζω, σημαντικά σε αυτό που λέτε: Το ένα είναι η πολιτική του φόβου ή του εκφοβισμού. Αυτό είναι πια γενικό χαρακτηριστικό της κοινωνικής και πολιτικής ζωής του δυτικού κόσμου, αλλά και γενικότερα. Αυτός ο στρατηγικός εκφοβισμός έφτασε σε παροξυσμικό σημείο μετά την επίθεση στη Ν. Υόρκη.

Γιατί έχει γίνει τόσο σημαντικό; Τη δεκαετία του ’50 ο Αμερικανός Πρόεδρος Αϊζενχάουερ και ο Βρετανός πρωθυπουργός ΜακΜίλαν είχαν εκφράσει μια πολιτική άποψη κατά την οποία, εάν η οικονομική ζωή ενός μεγάλου δυτικού κράτους επέτρεπε στα 2/3 του πληθυσμού να έχουν ένα επίπεδο ζωής το οποίο είτε ήταν σταθερό είτε ελαφρώς βελτιωνόταν, εάν βλέπανε ή ελπίζανε ότι τα παιδιά τους θα είχαν το ίδιο ή καλύτερο βιοτικό επίπεδο, τότε το σύστημα αυτό ήταν σταθερό, αποκτούσε μια νομιμοποίηση. Το υπόλοιπο 1/3, κατά τον Αϊζενχάουερ –ο κόσμος δηλαδή του οποίου η ζωή είτε δεν επρόκειτο να βελτιωθεί είτε κρατιόταν σε τέτοιο χαμηλό επίπεδο που ήταν άνευ ενδιαφέροντος–, γινόταν αντικείμενο αστυνόμευσης και καταστολής.

Αυτό το μοντέλο, που είχε υιοθετηθεί παγκοσμίως αλλά και στην Ευρώπη, έρχεται κάτω από τεράστια πίεση, διότι ούτε για τα 2/3 του πληθυσμού είναι δυνατόν να διασφαλίζεται μια σταθερότητα ή βελτίωση του επιπέδου ζωής, ενώ το υπόλοιπο 1/3 μπορεί πλέον να  ξεπερνάει το 1/2. Το κομμάτι αυτό, που διαρκώς καταρρέει, καταστρέφεται, είναι που βρέθηκε στις πλατείες και στα κινήματα, στα “Δεν πληρώνω” και τις Κερατέες».

«Στη Δύση μια απισχνασμένη μορφή δημοκρατίας συμπλέει με την άγρια εκμετάλλευση. Κι εδώ λοιπόν οι καταλήψεις έπαιξαν κεντρικό ρόλο. Ανέδειξαν μια άλλη μορφή άμεσης δημοκρατίας, η οποία δεν ανέχεται την κοινωνικη ανισότητα και αδικία. Γι’ αυτή τη δημοκρατία, η ισότητα είναι αξίωμα», λέει ο Κώστας Δουζίνας. «Δημοκρατία δεν βρέθηκε»: το πλακάτ από το Σύνταγμα, το 2011.

Οπότε, τι συμβαίνει;

«Για να μπορέσει να ξαναχτιστεί η νομιμοποίηση ενός κοινωνικοοικονομικού συστήματος, το οποίο όμως δεν μπορεί να δώσει τις υποσχέσεις της προηγούμενης περιόδου, όλων των ειδών οι τρόποι χρησιμοποιούνται. Οι δύο βασικοί είναι αφενός ο εκφοβισμός, αφετέρου αυτό που ονομάζεται «φυσικοποίηση» των αγορών: δηλαδή, η παρουσίαση βαθύτατα πολιτικών φαινομένων ως απλώς φυσικών φαινομένων, φυσικών καταστροφών θα έλεγε κανείς, σαν ένα σεισμό ή ένα τσουνάμι ή μια κατολίσθηση, στις οποίες απαντάει κανείς με κινητοποίηση ειδικών, στη συγκεκριμένη περίπτωση οικονομολόγων, χωρίς πολιτική παρέμβαση και δημοκρατική συζήτηση.

Προσπαθούν να πείσουν το λαό, ενόψει μάλιστα εκλογών ή όταν γίνονται μεγάλα γεγονότα όπως αυτό της ελληνικής κρίσης, ότι υπάρχουν μοναδικές λύσεις τις οποίες γνωρίζουν ειδικοί με υποτιθέμενη “αντικειμενική γνώση” και ότι, αν δεν υιοθετηθούν αυτές οι μοναδικές λύσεις, γιατί για κάποιο περίεργο λόγο επετράπη στη δημοκρατία να λειτουργήσει (επετράπη δηλαδή να ληφθούν υπόψη οι ανάγκες του κόσμου, και όχι οι υποτιθέμενες αντικειμενικές λύσεις που δίνουν οι αγορές), αν αυτό συμβεί, τότε θα υπάρξει τέτοια καταστροφή, που η ζωή πια δεν θα αξίζει κανείς να τη ζει».

Άρα, αν η πολιτική και η δημοκρατία καταργούνται με τη «φυσικοποίηση» αυτή, έχει δίκιο ο φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ που λέει ότι ο γάμος καπιταλισμού και δημοκρατίας έχει τελειώσει;

«Δεν θα συμφωνούσα απολύτως με το φίλο τον Σλαβόι. Ο Ζίζεκ τα λέει αυτά με έναν έντονο τρόπο, ακριβώς για να μας κάνει να τα σκεφτούμε. Είναι αλήθεια ότι, σύμφωνα με μια παλαιά μαρξιστική άποψη, ο καπιταλισμός και η δημοκρατία του κοινοβουλευτικού συστήματος είναι “παντρεμένες”. Και ότι από αυτή την άποψη ο γάμος τελειώνει. Όλοι μας ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι το πιο πετυχημένο καπιταλιστικό σύστημα του 19ου αιώνα υπάρχει στην Κίνα. Η Κίνα δηλαδή, διατηρώντας στο πολιτικό επίπεδο ένα εξαιρετικά αυταρχικό κομματικό καθεστώς, υποτίθεται κομμουνιστικό, έχει πετύχει τη μεγαλύτερη δυνατή ανάπτυξη και τη μεγαλύτερη δυνατή δημιουργία κέρδους και μιας νέας ελίτ.

Μάλιστα, στην Κίνα σπάνια διώκονται οι αντιφρονούντες. Αυτοί που διώκονται είναι οι δικηγόροι που ασχολούνται με εργατικά δικαιώματα και όσοι ασχολούνται με την προστασία του περιβάλλοντος. Εργατικά δικαιώματα και περιβάλλον είναι που βάζουν εμπόδια σε αυτή την τεράστια οικονομικά ανάπτυξη, σε αυτή τη δημιουργία του φαινομένου ενός άγριου καπιταλισμού με κομμουνιστικό πολιτικό εποικοδόμημα. Από αυτή την άποψη ο παραδοσιακός συγκερασμός καπιταλισμού και δημοκρατίας δεν λειτουργεί.

Βέβαια, στη Δύση μια απισχνασμένη μορφή δημοκρατίας συμπλέει με την άγρια εκμετάλλευση. Κι εδώ λοιπόν οι καταλήψεις έπαιξαν κεντρικό ρόλο. Ανέδειξαν μια άλλη μορφή άμεσης δημοκρατίας, η οποία δεν ανέχεται την κοινωνικη ανισότητα και αδικία. Γι’ αυτή τη δημοκρατία, η ισότητα είναι αξίωμα: Είμαστε όλοι ίσοι, και οτιδήποτε αντιτίθεται σε αυτή την απλή και κατανοητή αρχή πρεπει να ανατραπεί».

Στις συνθήκες αυτές, στις οποίες οι δημοκρατικές διαδικασίες συχνά υποκαθίστανται από «ειδικούς» και ο καπιταλισμός, όπως λέτε, δείχνει το πιο κυνικό του πρόσωπο, θεωρείτε ότι ενδείκνυται η πολιτική ανυπακοή;

«Την πολιτική ανυπακοή, μιλώντας αναχρονιστικά, εμείς την ξέρουμε από την “ηρωίδα” του κινήματος, την Αντιγόνη. Η Αντιγόνη δεν έκανε πολιτική ανυπακοή, αλλά ενστερνίστηκε αυτή τη λογική της ανυπακοής στο νόμο, όταν ο νόμος δεν προωθεί, αλλά παραβιάζει κάποιες υψηλότερες αρχές, είτε θρησκευτικές είτε ηθικές είτε αυτές που αναφέρονται στο κοινωνικό υπόστρωμα του ήθους μιας κοινωνίας. Αυτή είναι η αγία Αντιγόνη του Κινήματος της Ανυπακοής. Και γι’ αυτό οποτεδήποτε υπάρχουν συνθήκες καταπίεσης, εξωτερικής κατοχής είτε εσωτερικής δικτατορίας, πάντα η Αντιγόνη παίζεται ως έργο.

Η ανυπακοή, όπως εμφανίστηκε και θεωρητικοποιήθηκε τη δεκαετία του ’60 στις ΗΠΑ στα κινήματα (ατομικών δικαιωμάτων, κατά του πολέμου του Βιετνάμ κ.λπ.), έγινε απολύτως αποδεκτή από τη φιλελεύθερη πολιτική σκέψη. Κάτω από τη βασική αντίληψη ότι εάν μια πολιτική ή ένας νόμος παραβιάζει συνταγματικά κατοχυρωμένες θεμελιώδεις αρχές, και τα δικαστήρια ή άλλοι νομικοί θεσμοί δεν προσπαθούν να σταματήσουν αυτή την παραβίαση, στην περίπτωση, για παράδειγμα, της Ρόζα Παρκς, η οποία κάθισε στο λεωφορείο σε θέση για τους άσπρους, η πολιτική ανυπακοή δεν είναι απλώς ηθικά δικαιολογημένη, αλλά και νομικά. Έχουμε δηλαδή το δικαίωμα να υποστηρίξουμε και να υπερασπιστούμε αυτές τις αρχές όταν το νομικό και θεσμικό σύστημα δεν το πράττει».

«Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από αυτή του λαού, δενυπάρχει μεγαλύτερη σοφία και γνώση από αυτή του πλήθους –του δήμου– εν συναθροίσει. Αυτή ήταν η Στάση Σύνταγμα και άλλαξε και τους πολίτες ατομικά και το λαό συλλογικά», υποστηρίζει ο Κώστας Δουζίνας. «Χωρίς τις πλατείες», λέει, «η 6η Μαίου δεν θα είχε ποτέ συμβεί».

Άρα, αυτό το δικαίωμα το έχουμε και στην Ελλάδα σήμερα, αφού το Μνημόνιο παραβιάζει βασικές αρχές του Συντάγματος.

«Ακριβώς. Το επιχείρημα υπέρ της πολιτικής ανυπακοής στις συνθήκες της Ελλάδας του Μνημονίου με την κατάφωρη παραβίαση πολλών αρχών του Συντάγματος αλλά ακόμα και του Διεθνούς Δικαίου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος ο οποίος δεν πληρώνει, ο κόσμος ο οποίος αντιστέκεται μέσα από τα διάφορα κινήματα και βέβαια ο κόσμος των πλατειών και των καταλήψεων, όχι μόνο δεν παρανομεί, όχι μόνο δεν βρίσκεται εκεί κάτω από μια, υποτίθεται, φωνή της συνείδησης, η οποία του δίνει ηθική κάλυψη, αλλά έρχεται εκεί και με ένα νομικό δικαίωμα, ένα δικαίωμα που έχει αναγνωριστεί από την παγκόσμια βιβλιογραφία και το οποίο δίνει στον καθένα από μας, κανονικούς ανθρώπους, χωρίς μεγάλες αξιώσεις ηρωισμού, την υποχρέωση και το δικαίωμα να υποστηρίξουμε θεμελιώδεις αρχές όταν οι πολιτικοί και οι νόμοι του κράτους τούς παραβιάζουν».

Παραβιάζονται μάλιστα με τρόπο που, όπως έχει κατά κόρον ειπωθεί, θυμίζει αποικιοκρατία…

«Οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις πραγματοποιούσαν στο παρελθόν τη λεγόμενη “εκπολιτιστική αποστολή” ή το “χρέος του λευκού ανθρώπου”, όπως το ονόμαζαν, σε Αφρική και Ινδία. Σήμερα για πρώτη φορά εμφανίζεται ένα ευρωπαϊκό κράτος να γίνεται το ίδιο στόχος μιας νεοαποικιοκρατικής επίθεσης και διακυβέρνησης. Όπως φαίνεται από τις δηλώσεις Ευρωπαίων και Ελλήνων αναμεταδοτών, οι Ελληνες πρέπει να αλλάξουν τα πάντα, να ξεχάσουν το ήθος και τις αρχές τους, να “εκσυγχρονιστούν” και να “εκπολιτιστούν”. Από τον κ. Ράιχενμπαχ και τους σημαιοφόρους της Τρόικας που έρχονται και εξετάζουν όλα τα έγγραφα και τα στοιχεία των υπουργείων, ως ξένοι διοικητές προτεκτοράτου, μέχρι το φαινόμενο του ειδικού λογαριασμού, στον οποίο “μπαίνουν” τα λεφτά του δεύτερου δανείου και τα έσοδα του κράτους, αλλά ο βασικός σκοπός για τον οποίο μπορούν να χρησιμοποιηθούν είναι η αποπληρωμή των δανείων και των τόκων. Δηλαδή, τα λεφτά των Ευρωπαίων φορολογουμένων, αυτά του δεύτερου δανείου, πηγαίνουν στην Ελλάδα, κάθονται εικονικά για λίγο στο λογαριασμό και πηγαίνουν πίσω στις ευρωπαϊκές τράπεζες.

Και με το λεγόμενο Σύμφωνο της Σταθερότητας, για το οποίο μόνο στους Ιρλανδούς επετράπη να κάνουν δημοψήφισμα, ουσιαστικά συνταγματοποιούμε την οικονομική θεωρία του νεοφιλελευθερισμού: αναλαμβάνουμε και με διεθνή συμβατική υποχρέωση αλλά και πιθανή συνταγματική τροπολογία να κρατιέται το έλλειμμα σε χαμηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από τις ανάγκες του πληθυσμού και ενός μίνιμουμ πλέγματος ασφαλείας, το οποίο είναι απαραίτητο σε οποιοδήποτε κράτος ευημερίας. Αυτά είναι νεοαποικιοκρατικά. Διότι, αν κοιτάξετε τι έκανε το ΔΝΤ στη Λατινική Αμερική τη δεκαετία του ’90, μία μία αυτές οι ενέργειες και λειτουργίες έχουν γίνει και στην Ελλάδα».

Αυτό που περιγράφετε είναι μια πολιτισμική κρίση. Κι ενώ οι πολλοί ισχυρίζονται ότι η κρίση είναι κυρίως οικονομική, εσείς υποστηρίζετε ότι «δεν υπάρχει μεγαλύτερο ψέμα από αυτό» και τη μεταφέρετε στο ηθικό επίπεδο.

«Το χρέος, η πολύ ωραία αυτή ελληνική λέξη, έχει δύο έννοιες: δεν είναι μόνο το χρέος του οφειλέτη προς τον πιστωτή είναι και το χρέος το ηθικό: τι χρη ποιείν. Πώς κανείς πρέπει να αντιδράσει σε αυτό το φαινόμενο του οικονομικού χρέους και από την πλευρά την πολιτισμική, την πολιτική, την ηθική.

Η συζήτηση έχει καταδυναστευτεί από τους οικονομολόγους –όλοι έχουν γίνει οικονομολόγοι σήμερα–, αλλά δεν έχουμε σκεφτεί ιδιαίτερα τις συνέπειες των Μνημονίων στον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται το τι σημαίνει να είναι κανείς Έλληνας, εγώ το λέω το “ήθος”: ένα σύνολο από συμβάσεις, ρητές και άρρητες αρχές, προκρίσεις και προϊδεασμούς που μαθαίνουμε στο σπίτι, στο σχολείο, στη γειτονιά, στην παρέα. Αυτό το ήθος βοηθάει την κοινωνικοποίηση του ατόμου και την ανεξαρτητοποίησή του, το κάνει μέλος του συνόλου, το κάνει μοναδικό υποκείμενο. Σαν τον ορισμό του χρόνου του Αυγουστίνου, δεν μπορώ να το περιγράψω ακριβώς, αλλά το βλέπω να χάνεται.

Για μένα, το ήθος το ελληνικό συμπυκνώνεται στη φιλία, τη φιλοτιμία, τη φιλοξενία – όχι μόνο προς τους αλλοεθνείς, αλλά και προς τους αγνώστους. Είναι μια σχέση τιμής και αξιοπρέπειας, μη ανταλλακτική, ανταποδοτική, αλλά χωρίς οικονομική ή ωφελιμιστική βάση. Και τα τρία αυτά χαρακτηριστικά του τι σημαίνει να είσαι Έλληνας δέχονται μια τρομερή επίθεση».

«Εκείνο που δεν έχουν προβλέψει είναι ότι το πειραματόζωο Ελλάδα θα καταλάβει το εργαστήριο και θα διώξει τους τρελούς επιστήμονες», υποστηρίζει ο Κώστας Δουζίνας. Εδώ, με τον Σλοβένο φιλόσοφο Σλαβόι Ζίζεκ, διεθνή διευθυντή του ινστιτούτου Birkbick, το οποίο διευθύνει ο Κ. Δουζίνας.

Το «ελληνικό κοινωνικό ήθος», όμως, δεν είχε διαβρωθεί και πριν από το Μνημόνιο; Το ατομικό επικρατούσε του συλλογικού σε πολλές εκφάνσεις της ζωής (πελατειακές σχέσεις, συντεχνιακά συμφέροντα).

«Δεν ήταν ένα καινούργιο φαινόμενο, επιδεινώθηκε. Η εξατομίκευση του ύστερου καπιταλισμού, με τη στροφή στα χρηματιστήρια και προς τη συνεχή κατανάλωση, με τη γενική εντολή την οποία παίρναμε στην Ελλάδα, αλλά και στον υπόλοιπο δυτικό κόσμο από το ’90 έως τις αρχές του 2000, “να καταναλώνεις συνεχώς”, “απόλαυσε”, είχε σοβαρά υποσκάψει τη λογική αυτού που ονομάζω ελληνικό ήθος. Ήταν η λογική του εκσυγχρονισμού.

Οι προμνημονιακές οικονομικές και κοινωνικές πολιτικές εστίαζαν κυρίως στο άτομο (“δανείσου για να καταναλώσεις και να αισθάνεσαι ελεύθερος” – ελευθερία εκείνα τα χρόνια σήμαινε χοντρικά Να μπορώ να επιλέξω αν θα πρέπει να έχω i-Phone ή Nokia). Επέμεναν στην “ελευθερία επιλογών” και την ατομική ευθύνη (έπρεπε να μαζεύουμε λεφτά για να στείλουμε τα παιδιά μας στο εξωτερικό να σπουδάσουν, να έχουμε ιδιωτικές ασφαλίσεις υγείας). Αυτός ήταν ο τρόπος που έβαζε τη λογική της αγοράς και του κέρδους σε όλες τις μεγάλες κοινωνικές υπηρεσίες. Μια καθολική εντολή επέβαλε στους ανθρώπους να καταναλώνουν και ταυτόχρονα μια υπόρρητη υπόδειξη μας ψιθύριζε ότι με την κατανάλωση και την υποτιθέμενη ηθική της ατομικής ευθύνης γινόμαστε ελεύθεροι.

Αυτό λοιπόν ήταν που ανατράπηκε σε ένα βαθμό με το Μνημόνιο. Γιατί η πίσω όψη του ίδιου νομίσματος, που προωθεί υποτίθεται την ατομική ευδαιμονία, την ευτυχία και κατανάλωση, είναι μια βίαιη πολιτική και οικονομική παρέμβασης, σε ολόκληρο τον πληθυσμό, το έθνος, τη γενετική πληροφορία των Ελλήνων, που θα μπορούσε να καταστραφεί αν συνεχίζαμε σε αυτή την πορεία.

Πρέπει τώρα να εγκαταλείψουμε το άτομο και να προχωρήσουμε στην πειθάρχηση και τον έλεγχο ολόκληρου του πληθυσμού, σε επαναπροσδιορισμό της ελληνικής υπόστασης».

«Έχουμε ένα εξαιρετικά εύφλεκτο δημογραφικό μείγμα, αφού η πλειοψηφία των νέων που πλήττονται από το σύστημα έχουν ακριβώς τις ίδιες δεξιότητες με την ελίτ. Και παρόλο που δεν ξέρουμε πότε η επόμενη ανάφλεξη/εξέγερση θα γίνει, είμαστε απολύτως βέβαιοι ότι θα γίνει στο άμεσο μέλλον», λέει ο Κ. Δουζίνας. «Είμαι διατεθειμένος να χάσω τη δουλειά μου, για να αποκτήσω φωνή», γράφει το πλακάτ του διαδηλωτή του κινήματος Occupy Wall Street.

Γράφετε, μάλιστα, ότι «η Ελλάδα θα πληρώνει για δεκαετίες τη διάλυση μιας ολόκληρης γενιάς, τη “γενιακτονία” που συντελείται σήμερα».

«Σήμερα στην Ελλάδα υπάρχει πάνω από 50% ανεργία στους νέους και νέοι οι οποίοι εργάζονται μεν, αλλά όχι σε μόνιμη δουλειά που δίνει μια ασφάλεια και επιτρέπει να προγραμματίσεις τη ζωή σου.

Υπάρχει, όμως, και η άλλη πλευρά αυτής της “γενιακτονίας”. Αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη γύρω στο 60% των νέων ανθρώπων έχουν μεταλυκειακή εκπαίδευση. Αυτό οδηγεί σε μια πρωτοφανή δημογραφική κατάσταση, στην οποία η ελίτ και οι άνεργοι ή οι άνθρωποι που δεν έχουν αυτή τη στιγμή δουλειά, αλλά δεν έχουν και στον ήλιο μοίρα, έχουν ακριβώς τις ίδιες δεξιότητες, την ίδια δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν τα βασικά εργαλεία του ύστερου καπιταλισμού – τις τεχνολογίες του Διαδικτύου, τη διαδικτύωση κ.λπ.

Μέχρι πρόσφατα οι ελίτ –πολιτικές, πανεπιστημιακές κ.λπ.– είχαν πολύ περισσότερες γνώσεις από το μέσο πολίτη. Αυτό τώρα έχει πλήρως ανατραπεί. Στο Σύνταγμα, πέρυσι, στην ομάδα που ασχολούνταν με τα media, συμμετείχαν έξι παιδιά με διδακτορικό, δύο χρόνια άνεργα. Αυτή η ομάδα είχε όλες τις ικανότητες αλλά και τον ενθουσιασμό που έχει οποιοσδήποτε δουλεύει στο υπουργείο Οικονομικών. Αν τους πηγαίναμε στο υπουργείο Οικονομικών, η πάταξη της φοροδιαφυγής θα γινόταν πολύ πιο εύκολη υπόθεση.

Αυτό λοιπόν το δημογραφικό στοιχείο δημιουργεί το εξής περίεργο φαινόμενο, το οποίο βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό πίσω από τις εξεγέρσεις στη βόρεια Αφρική, στην Ισπανία, στην Ελλάδα και στα κινήματα “Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ”: διότι, εάν έχεις χιλιάδες ή εκατομμύρια ανέργους, μηχανικούς, αρχιτέκτονες, δικηγόρους κ.λπ., αυτοί τείνουν να είναι και θα γίνουν πιο “επαναστατικοί” από τον ίδιο αριθμό ανειδίκευτων εργατών. Έχουμε ένα μείγμα δημογραφικό το οποίο είναι εξαιρετικά εύφλεκτο. Και, παρόλο που δεν ξέρουμε πότε η επόμενη ανάφλεξη/εξέγερση θα γίνει, είμαστε τελείως σίγουροι ότι θα γίνει – στην Ευρώπη, στον κόσμο, ή πιθανόν και στην Ελλάδα, στο άμεσο μέλλον».

Του αναφέρω ότι μέσα στο έρεβος ενός «κυνικού καπιταλισμού», που οδηγεί ακόμα και σε δημόσιες αυτοκτονίες (Μπουαζίζι, Χριστούλας), πολλοί βλέπουν τη ζωή να γεννιέται ξανά μέσα από τα κινήματα και την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού. «Η ιστορία μάλλον δεν “έχει τελειώσει”, όπως υποστήριζαν οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού. Θεωρείτε ότι οι συνθήκες είναι ώριμες για να αλλάξουμε τον κόσμο;»

«Ναι, υπάρχει ένα απαραίτητο συστατικό αυτής της αλλαγής. Για την “ηθική αλλαγή” στην Ιστορία, χρειάζονται συνήθως δύο στοιχεία. Το ένα είναι το υποκειμενικό: Η βούληση. Η βούληση του κόσμου, ο οποίος μπορεί να είναι λίγος στην αρχή, να αλλάξει αυτό το οποίο αρνείται τις βασικές αρχές του κοινωνικού ήθους. Το δεύτερο είναι να υπάρχουν και οι αναγκαίες συνθήκες, οι αναγκαιότητες της Ιστορίας. Όταν αυτά τα δύο συγκλίνουν, γίνεται η αλλαγή.

Εκείνο όμως που γνωρίζαμε, αλλά το είχαμε ξεχάσει και το θυμηθήκαμε στις εξεγέρσεις των τελευταίων 2-3 χρόνων, είναι ότι μερικές φορές, ενώ έχουμε και τα δύο στοιχεία, συχνά αυτό που απαιτείται είναι μια σπίθα, ένα τυχαίο και απρόβλεπτο γεγονός. Η αυτοπυρπόληση, για παράδειγμα, του Μπουαζίζι στην Τυνησία. Από αυτό ξεκίνησε η σεκάνς των εξεγέρσεων σε Αίγυπτο, Ισπανία, Ελλάδα κ.λπ.

Όταν, όμως, η βούληση και οι αντικειμενικές συνθήκες συνδυάζονται μεν αλλά δεν συντίθενται σε μια κοινή κίνηση για να αλλάξει ο κόσμος, αυτό οδηγεί στη βία, που εμφανίζεται ως προσωρινή λύση».

Οι συνθήκες μοιάζουν ώριμες για αλλαγή στην Ελλάδα. Ο κόσμος, όμως, φοβάται ακόμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ πριν από ένα χρόνο μιλούσαμε για άμεση δημοκρατία, σήμερα η δημόσια συζήτηση έχει περιοριστεί στο δίλημμα «ευρώ ή δραχμή». Ενόψει και των εκλογών της 17ης Ιουνίου, θεωρείτε ότι ο ελληνικός λαός θα αναλάβει τελικά την ευθύνη της Ιστορίας του;

«Κατ’ αρχάς να πω ότι χωρίς αυτό που έγινε στις πλατείες, που διεκδικούσαν την άμεση δημοκρατία, η 6η Μαΐου δεν θα είχε συμβεί. Δεν υπήρχε αλλιώς καμία περίπτωση να έχουμε τέτοια αποτελέσματα, παρότι οι περισσότεροι σχολιαστές δεν το έχουν αναγνωρίσει. Δεν υπήρχε περίπτωση όλος αυτός ο κόσμος, ένα μεγάλο τμήμα του οποίου προερχόταν από ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., να ψηφίσει, για παράδειγμα, Αριστερά. Είχε σπάσει αυτός ο πάγος στις πλατείες.

Οι πλατείες δεν είναι ότι τελείωσαν τη μεταπολιτευτική περίοδο, όπως λένε όλοι οι σχολιαστές. Διότι έχουμε ακόμα δημοκρατία, έχουμε τις βασικές συνταγματικές εγγυήσεις για τα δικαιώματα κ.λπ. Αυτό που τελείωσαν για μένα ήταν η μετεμφυλιακή περίοδος. Δηλαδή, ο διαχωρισμός του κόσμου σε αριστερούς και δεξιούς, στους νικητές και τους ηττημένους.

Αυτό που έκαναν λοιπόν οι πλατείες ήταν να φέρουν αυτόν τον κόσμο μαζί, στον ίδιο φυσικό χώρο, κι έτσι άρχισαν να μιλάνε ο ένας με τον άλλο και να ανακαλύπτουν πάρα πολύ γρήγορα ότι οι ιστορικές μου καταβολές και οι ιδεολογικές μου τοποθετήσεις μπορεί να διαφέρουν με του διπλανού μου, το συμφέρον μου το ταξικό όμως είναι ίδιο. Αυτός λοιπόν ο κόσμος, που έμαθε ότι ούτε οι δεξιοί είναι όλοι αντιδραστικοί ούτε οι αριστεροί είναι όλοι άνθρωποι με κονσερβοκούτια, έδωσε το τελευταίο εκλογικό αποτέλεσμα.

Η άμεση δημοκρατία ήταν απαραίτητη, και ήταν ακριβώς αυτού του είδους οι ενέργειες, οι πρακτικές, οι λόγοι που ακούστηκαν στο Σύνταγμα και στις άλλες πλατείες που προετοίμασαν το έδαφος για την 6η Μαΐου.

Το πρώτο που λέω σαν Έλληνας του εξωτερικού είναι ότι μετά από 2,5 χρόνια, που το μόνο που λεγόταν για την Ελλάδα και τους Έλληνες ήταν ότι είμαστε κλέφτες, ψεύτες, τύποι διεφθαρμένοι, αυτή τη στιγμή στα πρωτοσέλιδα των διεθνών ΜΜΕ τίθεται το ερώτημα “γιατί ο ελληνικός λαός αντιστέκεται”. Μεγάλη, θετική αλλαγή για την Ελλάδα και την Ευρώπη».

«Εμείς γνωρίζουμε την πολιτική ανυπακοή μέσα από την Αγία Αντιγόνη του κινήματος της Ανυπακοής. Στην Ελλάδα του Μνημονίου, ο κόσμος ο οποίος αντιστέκεται μέσα από τα κινήματα, όχι μόνο δεν παρανομεί, αλλά έρχεται εκεί και με ένα νομικό δικαίωμα, το οποίο δίνει στον καθένα από μας την υποχρέωση και το δικαίωμα να υποστηρίξουμε θεμελιώδεις αρχές όταν οι πολιτικοί και οι νόμοι του κράτους τούς παραβιάζουν», θα πει ο Κώστας Δουζίνας.

Πιστεύετε ότι η αντίσταση αυτή θα συνεχιστεί στις κάλπες της 17ης Ιουνίου;

«Η δουλειά ημών των πολιτικών φιλοσόφων δεν είναι να προβλέπουμε. Ελπίζω λοιπόν ως ένας απλός πολίτης ότι ο κόσμος θα αμυνθεί στην επίθεση του εκφοβισμού που γίνεται. Παίζονται πολλά παιχνίδια σε οικονομικό επίπεδο, αλλά παίζεται και το μέλλον της Ελλάδας και της Ευρώπης. Διακυβεύεται αυτό που θα ονομάζαμε “η ιδέα της Ευρώπης”. Θα προχωρήσει η Ε.Ε. σε μια κατεύθυνση στην οποία η βασική αξία αυτού του μεγάλου –αν και κάποτε καταστροφικού πολιτισμού (αποικιοκρατία κ.λπ.)–, αλλά και το κέντρο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ανάπτυξης θα είναι τα κέρδη των μεγάλων εταιρειών και των τραπεζών; Ή σε μια Ευρώπη που θα γυρίσει στις αρχικές της υποσχέσεις περί κοινωνικής αλληλεγγύης, κοινωνικής δικαιοσύνης και κοινωνικής ισότητας; Όταν η Ελλάδα έμπαινε στην ΕΟΚ, αυτά περιμέναμε.

Με έναν περίεργο τρόπο ο ελληνικός λαός αυτή τη στιγμή παλεύει γι’ αυτό το μέλλον και της Ευρώπης – και όχι μόνο της Ελλάδας. Και νομίζω πάρα πολύς κόσμος εδώ, στη Δύση, το έχει καταλάβει: ότι στις εκλογές της 17ης Ιουνίου προφανώς παίζεται κατ’ αρχάς και άμεσα το μέλλον του ελληνικού λαού, αλλά παίζεται και το ποιο θα είναι το μέλλον της Ευρώπης, ποια θα είναι η ιδέα της Ευρώπης, το θεμέλιο της Ε.Ε., της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης για τα επόμενα 50 χρόνια».

Καθώς η συζήτηση με τον Κώστα Δουζίνα έφτασε στο τέλος της, η λέξη χρέος ξαφνικά αποκτούσε μόνο μία έννοια: «τι χρη ποιείν». Πόσο μάλλον σήμερα, που, όπως λέει ο Κ. Δουζίνας, «η έννοια και τα όρια της δημοκρατίας παίζονται πάλι στον τόπο που γεννήθηκαν»… Κι αν κάποιος αναρωτιέται «Μα, εγώ θα αλλάξω τον κόσμο;» είναι χρήσιμο να παραθέσουμε την απάντηση που θα έδινε ένας άλλος μεγάλος φιλόσοφος, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, σε αυτό: «Ναι, κύριε, εσύ θα τον αλλάξεις. Από το χώρο και τον τομέα που υπηρετείς».

«Occupy Wall Street»: Όταν το σιωπηρό 99% μιλά, η Γουόλ Στριτ λουφάζει

leave a comment »

Η αφίσα-κάλεσμα του "Adbusters": "Ποιο είναι το μοναδικό μας αίτημα; 17 Σεπτεμβρίου. Φέρτε σκηνή".

[Στις 17 Σεπτεμβρίου 2011, από μια χούφτα διαδηλωτών που συγκεντρώθηκαν μπροστά από το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης ξεπήδησε ένα κίνημα που θα απλωνόταν και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Η γένεση του Occupy Wall Street δεν οφείλεται όμως μόνο στο περιοδικό Adbusters. Αλλά και σ’ εκείνη την ομάδα που, μήνες πριν, είχε αρχίσει να μαζεύεται σε ένα διαμέρισμα της οδού Μπίβερ -αναδίδοντας άρωμα αραβικής εξέγερσης και Ευρωπαίων Αγανακτισμένων- για να δώσει τελικά ζωή στην άμεση δημοκρατία, κάτω ακριβώς από τα ρουθούνια του ταύρου της Γουόλ Στριτ. Καθοριστικός ήταν και ο ρόλος μιας… Ελληνίδας. Διαβάστε πώς το κίνημα συσπείρωσε πολλές κοινωνικές ομάδες, πώς εφαρμόζει την πολιτικη ανυπακοή και πώς, παρόλο που προσπαθούν ποικιλοτρόπως να το υπονομεύσουν, διογκώνεται και αλλάζει καταλυτικά την αμερικανική πολιτική σκέψη. Και η δήλωση του Γιώργου Παπανδρέου… υπέρ του!]

 της Δέσποινας Παπαγεωργίου [δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Crash», τ. Νοεμβρίου 2011]

Ένα κορίτσι με κόκκινα κυματιστά μαλλιά και ασορτί γυαλιά καταφθάνει στη Νέα Υόρκη. Κουβαλά μια σκηνή, μια βαλίτσα, ένα σλίπινγκ μπαγκ και φαγητό 40 δολαρίων. Το βιβλίο στην τσάντα της, «Μια Ιστορία των ΗΠΑ από την
Πλευρά των Λαών» του Χάουαρντ Ζιν, δείχνει πως δεν έχει έρθει για να κυνηγήσει το κλασικό αμερικάνικο όνειρο. Δεν διαθέτει εισιτήριο επιστροφής, δεν έχει ιδέα τι θα γίνει εκεί που πηγαίνει ούτε γνωρίζει κανέναν από όσους θα συναντήσει το απόγευμα στο πάρκο Τσουκότι. Απλά, διάβασε σε ένα καναδικό περιοδικό ότι κάποιοι θα καταλάμβαναν τη Γουόλ Στριτ. Κι αποφάσισε να συμμετέχει.

Ήταν 17 Σεπτεμβρίου, και η 22χρονη Κέτσαπ από το Σικάγο δεν μπορούσε να φανταστεί ότι εκείνη την ημέρα, σε εκείνο το πάρκο, θα γεννιόταν ένα από τα μεγαλύτερα κινήματα στην ιστορία των ΗΠΑ, που θα είχε στόχο να φέρει τα «γεράκια» της Γουόλ Στριτ στο δικό τους «Σημείο Μηδέν»…

Όλα ξεκίνησαν όταν μια ομάδα που το «Time» αργότερα θα περιέγραφε ως «πανκ, αναρχικούς, σοσιαλιστές, χάκερ, προοδευτικούς και καλλιτέχνες». Πάνω-κάτω γύρω στα 2.000 άτομα, θα μαζευόταν κοντά στο «Σημείο Μηδέν», όπου μέχρι το 2000 στεκόταν το σύμβολο της κυριαρχίας της Γουόλ Στριτ, οι Δίδυμοι Πύργοι. Παραδίπλα, το Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ. Το αντικαπιταλιστικό καναδικό περιοδικό «Adbusters» είχε απευθύνει στις 13 Ιουλίου κάλεσμα για διαμαρτυρία τύπου Ταχρίρ εναντίον της πλουτοκρατίας. Η ομάδα χάκερ Anonymous είχε δημοσιεύσει στο youtube βίντεο…

Η 22χρονη Κέτσαπ, την ιστορία της οποίας διηγείται ο συγγραφέας και δημοσιογράφος Κρις Χέντζες, ήταν από τους λίγους που θα εμπλέκονταν από την αρχή… Λίγοι όμως διηγούνται πώς ακριβώς ξεκίνησε η ιστορία και τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε μια… Ελληνίδα στο ξέσπασμα του κινήματος. Μήνες πριν καταφθάσουν οι πρώτοι διαδηλωτές στο Τσουκότι, μια ομάδα καλλιτεχνών, ακτιβιστών, συγγραφέων και φοιτητών συζητούσε σε ένα καλλιτεχνικό νεοϋορκέζικο λοφτ κοντά στη Γουόλ Στριτ πώς θα αλλάξει τον κόσμο. Στο νούμερο 16 της οδού Μπίβερ, δεν βρίσκονταν μόνο Νεοϋορκέζοι. Αιγύπτιοι και Ισπανοί ήταν εκεί για να μεταδώσουν στην ομήγυρη τη φλόγα της Ταχρίρ και της Πουέρτα ντελ Σολ. Ιάπωνες και… Έλληνες συμπλήρωναν την ομάδα. «Όταν έχεις τόσους ανθρώπους να σου διηγούνται τι πέτυχαν, ανοίγεται μπροστά σου ένας κόσμος, που μπορεί ποτέ να μην μπορούσες να φανταστείς», θα πει αργότερα κάποια από τις συμμετέχουσες. Η αραβική άνοιξη παντρευόταν με τα ευρωπαϊκά κινήματα των αγανακτισμένων και ζύμωνε το Μανχάταν σε άρωμα εξέγερσης. Αλλά κανείς δεν γνώριζε ότι εκεί, στο 16 της οδού Μπίβερ, ζυμωνόταν ένα κίνημα που θα σάρωνε και τις δύο πλευρές του Ατλαντικού…

«Γιατί να μη φέρουμε την πρακτική της λαϊκής συνέλευσης στο Μανχάταν;» έριξαν την ιδέα οι Ισπανοί Μπεγκόνια και Λούις M. Σ., όπως γράφει ο Άντι Κρολ στο περιοδικό «Mother Jones». «Μια λαϊκή συνέλευση, δηλαδή άμεση δημοκρατία και οριζόντια ιεραρχία στην καρδιά του καπιταλισμού;» σκέφτηκαν οι Αμερικανοί,ισορροπώντας μεταξύ του μη οικείου, και του ενθουσιασμού που αυτό τους προκαλούσε. Μέχρι τώρα, στις ΗΠΑ οι διαμαρτυρίες ήταν άλλης μορφής (πικετοφορίες, διαδηλώσεις…)

Άρωμα αραβικής άνοιξης και Ευρωπαίων Αγανακτισμένων, ενώ μια Ελληνίδα δίνει το καθοριστικό λάκτισμα, και ιδού: η πρώτη λαϊκή συνέλευση είχε γεννηθεί κάτω από τη μύτη του ναού του καπιταλισμού.

Στις 2 Αυγούστου, ήταν η προθεσμία για να κλείσει η συμφωνία του Ομπάμα με τους Ρεπουμπλικανούς για το χρέος. Η ομάδα πήρε τις αποφάσεις της: «Λαϊκή Συνέλευση», έγραψε στο κάλεσμα. «Στις 2 Αυγούστου». Αλλά, όταν συγκεντρώθηκαν στο προκαθορισμένο μέρος, οι συμμετέχοντες κατέληξαν να κάνουν… διαδήλωση. Και τότε, μια Ελληνίδα, που παρατηρούσε αμίλητη επί πολλή ώρα το τι γινόταν, δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί άλλο. «Αυτό δεν είναι γενική συνέλευση. Είναι πορεία», είπε, σε ένα ξέσπασμα θυμού και ανυπομονησίας η Γεωργία Σαγρή, όπως αναφέρει ο Σιν Κάπτεν στο «Fast Company». Άρχισε να επικρίνει και να «πριζώνει» τα πλήθος. Το είχε δει να συμβαίνει στην πλατεία Συντάγματος, και πίστευε ήταν αυτός είναι ο τρόπος για να τεθούν συνολικά πολλά ζητήματα, μέσα από το διάλογο. Κάποιοι εκνευρίστηκαν. Αρκετοί όμως την υποστήριξαν. Κι άρχισαν να πραγματοποιούν λαϊκή συνέλευση… Η πρώτη λαϊκή συνέλευση είχε γεννηθεί στη χώρα του Μεγάλου Μήλου, ακριβώς κάτω από τη μύτη του ναού του καπιταλισμού…

Πάρκο Τόμκινς, Οντέσα… στη μία μετά την άλλη τοποθεσία οι λαϊκές συνελεύσεις άρχιζαν να ρίχνουν το σπόρο… Εν τω μεταξύ, κυκλοφορούσε και η ιδέα-κάλεσμα από το «Adbusters». «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ. Αυτό θα είναι το σύνθημα», είπαν μέλη της Λαϊκής Συνέλευσης της Νέας Υόρκης που ήρθαν σε επαφή με το περιοδικό και συμφώνησαν να στηρίξουν το κάλεσμα, στις 17 Σεπτεμβρίου… Μια τέτοια κατάληψη έπρεπε όμως να πραγματοποιηθεί και στο κατάλληλο μέρος. Το Πάρκο Τσουκότι ήταν η συμβιβαστική λύση που κατέληξαν μετά από αλλεπάλληλες διαβουλεύσεις με την αστυνομία. Δεν ήταν ιδανικό, αλλά, τουλάχιστον, ήταν κοντά στη Γουόλ Στριτ…

Ένα μεγάλο κίνημα γεννιέται

"Ταξικός πόλεμος", ούρλιαξε ο Ρεπουμπλικανός Μιτ Ρόμνεϊ, λες και τις διευρυνόμενες ανισότητες τις διέκρινε μέχρι τώρα κάποια συμπαντική αρμονία.

Η είδηση δεν έμοιαζε πολύ περίεργη. Μια διαμαρτυρία στις 17 Σεπτεμβρίου στο Μανχάταν. «Ε, και; Ξέρεις πόσα τέτοια έχω κάθε μέρα», φέρεται να είπε Νεοϋορκέζος αστυνομικός στον Σιν Κάπτεν. Ήταν όμως πρωτότυπο το σημείο. Εκεί, κοντά στο κτίριο όπου κάποιοι συναλλάσσονται τις τύχες του κόσμου. Και το όνομα, προβοκατόρικο «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ»… Πρώτο παρουσίασε την είδηση το… Al Jazeera. Αμερικανικά και διεθνή μέσα ήρθαν μετά, καταϊδρωμένα, πίσω από αυτό. Στο Διαδίκτυο κυκλοφόρησαν βίντεο με διαδηλωτές που, σε αραιή διάταξη, καταλάμβαναν το πεζοδρόμιο.

Κάποιοι ενθουσιάστηκαν. Κάποιοι δεν έδωσαν σημασία. «Είναι πολύ λίγοι», μου είπε ένας φίλος. «Όλα από τους λίγους ξεκινάνε», απάντησα αυθόρμητα. Tα αγόρια της Σχολής του Σικάγο, ταμπουρωμένα πίσω από το μέχρι στιγμής απόρθητο οχυρό της Γουόλ Στριτ, κοίταξαν στην αρχή το «γραφικό» πλήθος που διαμαρτυρόταν έξω από το χρηματοοικονομικό καζίνο όπου εκείνοι έπαιζαν το μέλλον του, και μειδίασε ειρωνικά. Άλλη μια δράκα «loosers» που νομίζει πως μπορεί να μας εκθρονίσει από την κορυφή του κόσμου, σκέφτηκαν.

Ούτε οι ίδιοι οι διοργανωτές δεν περίμεναν πως από μια χούφτα ανθρώπων, το κίνημα θα αποκτούσε την ταχύτητα του τυφώνα Κατρίνα, σαρώνοντας απ’ άκρη σ’ άκρη την Αμερική. Που απλώς περίμενε μια σπίθα για να ξυπνήσει. Μια σπίθα συχνά αρκεί: η αυτοπυρπόληση του μικροπωλητή στην Ταχρίρ, η δολοφονία Γρηγορόπουλου… Σύντομα, η εξέγερση θα εξαπλωνόταν σε 70 μεγάλες πόλεις και 600 κοινότητες των ΗΠΑ. Και, στις 15 Οκτωβρίου, 951 πόλεις σε 82 χώρες θα ενστερνίζονταν το σύνθημα που ακουγόταν δυνατά από τις ΗΠΑ και θα έβγαιναν στους δρόμους… Γιατί, όπως είχε πει και μια Αμερικανίδα διαδηλώτρια: «Οι άνθρωποι δεν βρίσκονται εδώ για την αμερικανική κρίση, αλλά για την παγκόσμια»…

Κι έτσι, σε λίγο, ο Πολ Κρούγκμαν θα έγραφε άρθρο στους «New York Times», με τίτλο «Οι πλουτοκράτες σε πανικό»… Πράγματι, «golden boys» και πολιτικά ανδρείκελά τους είχαν ήδη ριχτεί στον πόλεμο με εκείνα τα όπλα που συνήθως δεν τους προδίδουν: οχετός λάσπης εναντίον του κινήματος και άφθονα χρήματα για προπαγάνδα. «Ταξικός πόλεμος», θα ούρλιαζε ο υποψήφιος των Ρεπουπλικανών Μιτ Ρόμνεϊ – λες και τόσα χρόνια οι διογκούμενες ανισότητες μεταξύ του 1% και του 99% θα μπορούσαν να ερμηνευτούν ως μια ιδιάζουσα συμπαντική αρμονία… «Συρφετός», θα μουρμούριζε ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης του Κογκρέσου Έρικ Κάντορ. Ο γερουσιαστής Ραντ Πολ θα εξέφραζε την ανησυχία του ότι οι διαδηλωτές θα άρχιζαν να αρπάζουν τα iPad, γιατί κατά τη γνώμη του πιστεύουν ότι οι πλούσιοι δεν τα αξίζουν… Κι ο ακραίος συντηρητικός παρουσιαστής του Fox Γκλεν Μπεκ θα ούρλιαζε: «Καπιταλιστές,… [οι διαδηλωτές] θα έρθουν και θα σας σύρουν στους δρόμους και θα σας σκοτώσουν. Θα το κάνουν. Δεν αστειεύονται»…

Τα «γεράκια» είχαν, βέβαια, χρηματίσει και δημοσιογράφους, όπως θα αποκάλυπταν οι «New York Times». Ο δημοσιογράφος Πάτρικ Χόλεϊ δήλωνε ότι παρεισέφρησε σε ομάδα που σκόπευε να διαδηλώσει σε μουσείο αεροναυπηγικής, με σκοπό να «χλευάσει και να υπονομεύσει το κίνημα». Ο Χόλεϊ εργάζεται στο περιοδικό «Spectator», ιδιοκτησίας του γνωστού εμπνευστή των επενδυτικών ταμείων-όρνεων που ρημάζουν τις σάρκες υπερχρεωμένων χωρων, Πολ Σίνγκερ. Ο Σίνγκερ είναι φανατικός πολέμιος του Ομπάμα και, προηγουμένως, του Κλίντον. Και ο Τζος Μπάρο αρθρογράφησε εναντίον του κινήματος, για τη «National Review» και τη «New York Daily News», χρηματοδοτούμενες από think tank, του Σίνγκερ…

Έπειτα, εντελώς… συμπτωματικά, στις αρχές Οκτωβρίου, η JP Morgan Chase θα δώριζε στο Ίδρυμα της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης 4,6 εκατ. δολάρια…

Ταυτόχρονα, ο ιστότοπος yahoo θα μπλόκαρε σαν από μια… δαιμόνια σύμπτωση τα μηνύματα που αφορούσαν στο «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ». Οι αποστολείς λάμβαναν το ακόλουθο μήνυμα: «Ύποπτη δραστηριότητα εντοπίστηκε στο λογαριασμό σας. Για να προστατεύσει εσάς και τους χρήστες του το yahoo δεν έστειλε το μήνυμά σας»…

Οι διαδηλωτές συλλαμβάνονται ενώ εφαρμόζουν μεθόδους πολιτικής ανυπακοής.

Φτάνει η 1η Οκτωβρίου. Οι διαδηλωτές έχουν καταλάβει τη γέφυρα του Μπρούκλιν. Η αστυνομία ήδη από τις προηγούμενες ημέρες έχει δείξει ότι δεν αστειεύεται. Κάνει έφοδο και αρχίζει να συλλαμβάνει μαζικά. Οι διαδηλωτές κάθονται κάτω, τραγουδούν, φωνάζουν συνθήματα και συζητούν πώς θα διώξουν το φόβο. Κάποιοι συλλαμβάνονται γιατί, παρά τις διαταγές, αρνούνταν να παραδώσουν ένα κάλυμμα που προστάτευε τα μηχανήματα από τη βροχή. Κάποιος άλλος, γιατί έβγαζε λόγο για την ανάγκη να έχουμε κουράγιο, και απλώς δεν σταμάτησε μετά από σχετική διαταγή. Άλλοι, γιατί έγραφαν τη λέξη «Αγάπη» με κιμωλία στο πεζοδρόμιο…

Επτακόσιες συλλήψεις. Πολλοί λίγοι, όπως ο Νέιθαν Σνάιντερ του «Nation», θα ανέφεραν ότι οι διαδηλωτές συνελήφθησαν ενώ εφάρμοζαν μεθόδους πολιτικής ανυπακοής: ένας διακεκριμένος ανθρωπολόγος και αναρχικός ακτιβιστής, ο Ντέιβιντ Γκρέμπερ φέρεται πως είναι το πρόσωπο που έχει επηρεάσει το κίνημα ως προς τις τακτικές που το έκαναν τόσο δημοφιλές. Και εστιάζουν στη μη βία.

Η αστυνομία εξαρχής προχώρησε σε προσαγωγές και συλλήψεις. Επτά συλλήψεις έγιναν μόνο τις πρώτες ημέρες, όταν ο ράπερ Λούπε Φιάσκο δώρισε σκηνές στους 100-200 καταληψίες που μέχρι τότε κοιμούνταν σε σλίπινγκ μπαγκ. Μετά από δύο εβδομάδες μαζικών συλλήψεων, στο Πάρκο Τσοκότι, αναβαπτισμένο από τους διαδηλωτές σε «Πάρκο Ελευθερίας», θα άρχιζαν να συρρέουν κι εκείνοι που δεν ήθελαν να μείνουν έξω από αυτό που είχε ήδη αρχίσει να το γράφει η ιστορία… Η εικόνα της καταστολής εναντίον ανθρώπων που διαδήλωναν ειρηνικά είχε λειτουργήσει θετικά στις συνειδήσεις των Αμερικανών…

Στις 5 Οκτωβρίου, τα συνδικάτα θα συμμετείχαν σε κοινή πορεία με το κίνημα, δίνοντας το σύνθημα για μαζική συμμετοχή. Σήμερα, μεταξύ των συνδικάτων που στηρίζουν ενεργά είναι το μεγαλύτερο συνδικάτο των δημοτικών υπαλλήλων DC 37, το συνδικάτο των δασκάλων της Νέας Υόρκης, με τον πρόεδρό του Ρίταρντ Ιανούτσι ιδιαίτερα δραστήριο, και εκείνο των υπαλλήλων των συγκοινωνιών. Ταυτόχρονα, πολλές οργανώσεις, όπως η «Days of Rage», έριξαν το βάρος τους πίσω από το «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ».

«Τασσόμαστε στο πλευρό των διαδηλωτών», θα δήλωνε αταλάντευτα στις 10 Οκτωβρίου το Πανεπιστήμιο της Κολούμπια και θα εξέδιδε μήνυμα συμπαράστασης υπογεγραμμένο από 300 πανεπιστημιακούς. Το κίνημα έχει στόχους, αφού έχει αναδείξει πολλά σοβαρά ζητήματα, υποστηρίζουν οι πανεπιστημιακοί απαντώντας στην κριτική περί έλλειψης στόχων και συμπλέοντας με τους «New York Times», που έγραψαν ότι δεν είναι δουλειά των διαδηλωτών να χαράσσουν πολιτική, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. «Το 1% του πληθυσμού έχει στα χέρια του το 40% του πλούτου… αυτοί στη Γουόλ Στριτ, που είναι υπεύθυνοι σε μεγάλο βαθμό για την οικονομική κρίση, ανταμείβονται αντί να τιμωρούνται», θα πει ο καθηγητής του Κολούμπια Τζόναθαν Ρ. Κόουλ, αναδεικνύοντας τη βασική αιτία του ξεσπάσματος του κινήματος. Ο συνάδελφός του Ντόριαν Γουάρεν θα χαρακτήριζε το «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» ως το «πρώτο αντιαυταρχικό λαϊκό κίνημα στις ΗΠΑ».

Σε αντίθεση με μια πολύ βολική για το κατεστημένο νοοτροπία, τα καλά Πανεπιστήμια στις ΗΠΑ ήταν πάντα στην κοινωνική πρωτοπορία. Από το Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ, εξάλλου, ξεκίνησε η αμφισβήτηση για τον Πόλεμο του Βιετνάμ…

«“Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ”: Μετατρέπεται σε κίνημα των πατεράδων ή των παππούδων σας;» θα έγραφε σε τίτλο άρθρου του το «Christian Science Monitor», ενώ οι «Οργισμένες γιαγιάδες», η «Ταξιαρχία των Γιαγιάδων για την Ειρήνη» και αρκετοί μεγάλης ηλικίας άνθρωποι άρχιζαν κι αυτοί να συρρέουν στην «Κατάληψη της Γουόλ Στριτ»!Η γενιά του Διαδικτύου και του iPad είχε ενωθεί με τη γενιά της αμφισβήτησης του Βιετνάμ και των πολιτικών δικαιωμάτων στους δρόμους της Νέας Υόρκης…

Οχετός λάσπης, χρηματισμός δημοσιογράφων, δωρεές στην αστυνομία, μπλοκάρισμα e-mail διαδηλωτών: Οι πλουτοκράτες σε πανικό, όπως έγραψε ο Π. Κρούγκμαν. Οι διαδηλωτές απάντησαν και φτιάχνοντας τα δικά τους μέσα ενημέρωσης. "Occupied Wall Street Journal".

«Αρχηγός είμαι εγώ. Εγώ είμαι ο θεός».

«Έχω ένα όνειρο», είχε πει ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, όταν ηγούνταν του κινήματος για τα ίσα δικαιώματα των Αφροαμερικανών. Πολλά μπορεί να εμπνευστεί το «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» από τον Κινγκ, αλλά ένα είναι σίγουρο: στο όνειρό του δεν υπάρχουν ηγέτες.

«Οι μόνοι που ρωτούν ποιος είναι ο αρχηγός είναι οι άνθρωποι της Ασφάλειας», είπε στον Κρις Χέντζες η Κέτσαπ της εισαγωγής. Και αυτό το ερώτημα βοηθά ώστε… οι καταληψίες να αναγνωρίζουν τους ασφαλίτες. Η έννοια της οριζόντιας ιεραρχίας δεν γίνεται εύκολα κατανοητή. «Εγώ είμαι ο αρχηγός. Επιβλέπω τα πάντα», απάντησε μια φορά η Κέτσαπ. «Και ποια είσαι εσύ;» «Ο Θεός»…

«Δεν θέλουμε παρατηρητές. Θέλουμε συμμετέχοντες… Δεν θέλουμε υποστηρικτές, θέλουμε συναγωνιστές», είπε δίνοντας το στίγμα ένας από τους διοργανωτές, ο Γουίλι Οστερβάιλ, στον Μίκα Σίφρι του Blog Tech President.

Εκτός από αρχηγό, το κίνημα δεν έχει και… μικρόφωνα. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης τους απαγόρευσε να χρησιμοποιούν. Κάπως έτσι, χάρη στην επινοητικότητα του ανθρώπου στις δυσκολίες, γεννήθηκε και το «ανθρώπινο μικρόφωνο»: οι μπροστινοί διαδηλωτές εν χορώ επαναλαμβάνουν τα λόγια του εκάστοτε ομιλητή μέχρι να ακουστούν και σε αυτούς που βρίσκονται πίσω πίσω… Έτσι μίλησε και η γνωστή Αμερικανίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος Ναόμι Κλέιν, αλλά και ο Σλοβένος φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ.

Κι επειδή σήμερα μια επανάσταση δεν γίνεται χωρίς τον «άγγελο» του Διαδικτύου, πολύ οργανωμένο είναι και το Κέντρο Μίντια/Πληροφόρησης του Κινήματος. Παράλληλα, λειτουργεί δανειστική βιβλιοθήκη. Η «Occupied Wall Street Journal», η εφημερίδα που πλέον διαθέτει το κίνημα, γίνεται ανάρπαστη. Ψυχή της έκδοσης, ο αριστερός βετεράνος της δημοσιογραφίας Τζεντ Μπραντ. Ως εναρκτήριο λάκτισμα, ο Μπραντ κατάφερε να συγκεντρώσει 50.000 δολάρια από δωρεές.

Άνθρωποι από όλες τις γωνιές των ΗΠΑ στέλνουν καθημερινά χρηματική και υλική βοήθεια στο κίνημα που κατάφερε να αγγίξει τις ψυχές τους. Υπολογίζεται ότι γύρω στο 1.000 ευρώ την ημέρα επενδύονται στη συλλογική κουζίνα.

"Το πρώτο αντιαυταρχικό κίνημα στις ΗΠΑ" έχει ανοίξει μεγάλη δημόσια συζήτηση για την κοινωνική δικαιοσύνη, αναπτύσσοντας τη δυναμική αλλαγής της αμερικανικής πολιτικής σκέψης. "Το ξεκίνημα είναι εδώ".

Επιτέλους, ένα πραγματικό κίνημα!

 Σε μια Αμερική που το τελευταίο κίνημα που ανέδειξε ήταν το ακροδεξιό, φονταμενταλιστικό και οπισθοδρομικό «Κόμμα του Τσαγιού», το «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» έχει πραγματικά αναπτύξει τη δυναμική της αλλαγής της αμερικανικής πολιτικής σκέψης. Μέσω αυτού έχει ανοίξει μια μεγάλη δημόσια συζήτηση στη χώρα για θέματα που αφορούν στην κοινωνική δικαιοσύνη. Και αυτό δεν είναι λίγο. Δεν γνωρίζουμε αν είναι τυχαίο που λίγο μετά την «Κατάληψη της Γουόλ Στριτ» ο Ομπάμα θα πρότεινε το Φόρο Μπάφετ μαζί με το πακέτο για δημιουργία θέσεων εργασίας…

Το «Καταλάβετε τη Γουόλ Στριτ» «μπορεί να κάνει το “Κόμμα του Τσαγιού” να μοιάζει με κόμμα του τσαγιού», είπε πολύ γλαφυρά ο γερουσιαστής του Βέρμοντ Μπέρνι Σάντερς. Εξάλλου, το «Κόμμα του Τσαγιού» δεν ήταν τίποτε άλλο από μια χρηματοδοτούμενη από τη Γουόλ Στριτ «Επανάσταση… υπέρ της Γουόλ Στριτ», όπως γράφαμε σε προηγούμενο τεύχος του «Crash». Γι’ αυτό η οικονομική ελίτ και οι Ρεπουμπλικανοί υποστηρικτές του δεν το χαρακτήρισαν «συρφετό» ή «αντιαμερικανικό», όπως χαρακτηρίζουν το τωρινό…

Έχοντας τεθεί στο επίκεντρο του πολιτικού ενδιαφέροντος, με μια δυναμική που θυμίζει το κίνημα του Σιατλ κατά της παγκοσμιοποίησης (1999), το κίνημα έχει προσελκύσει θετικά σχόλια από Δημοκρατικούς εντός των ΗΠΑ υπέρ του, κάτι που κάνει πολλούς να ανησυχούν μήπως καπελωθεί, σημειώνει η αρθρογράφος Κατρίνα Βάντεν Χόιβελ στην «Washington Post».

Ο Μπάρακ Ομπάμα δήλωσε ότι οι διαδηλωτές δίνουν φωνή σε μια ευρύτερη ανησυχία για το πώς δουλεύει το οικονομικό μας σύστημα». Παρ’ όλα αυτά, οι φωνές από την «Πλατεία της Ελευθερίας» δεν αποδείχτηκαν αρκετές για να ψηφίσει το Κογκρέσο το πακέτο Ομπάμα για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και το φόρο Μπάφετ τον περασμένο Οκτώβριο.

Οι ίδιες φωνές όμως έκαναν όμως τον Ομπάμα να μοιάζει ριζοσπάστης μπροστά στους Ρεπουμπλικανούς αντιπάλους του, όπως ο Χέρμαν Μακέιν που προωθεί το φορολογικό σχέδιο «9-9-9» με αύξηση των φορολογικών ανισοτήτων υπέρ των πλουσίων. Επιπλέον, ξεμπρόστιασαν το «Κόμμα του Τσαγιού», που υποστηρίζει αυτή την πολιτική και μετατόπισαν τον άξονα της συζήτησης προς τα αριστερά.

Ο Αμερικανός πρόεδρος, βέβαια, μάλλον δεν αντιλαμβάνεται πως ο ίδιος ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό, που το σύνθημα για Κατάληψη της Γουόλ Στριτ δόθηκε τρία χρόνια αργότερα από την κατάρρευση της Lehman Brothers. «Όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση υπήρχε ένα αίσθημα ότι “ουάου, τα πράγματα θα αλλάξουν… θα έχουμε ένα διαφορετικό τύπο τραπεζικού συστήματος και θα πάρουμε αυτούς τους απατεώνες των επιχειρήσεων και θα τους δικάσουμε. Μόλις εκλέξαμε κάποιον που μπορεί να τα κάνει αυτά”», είπε ο Κέιλ Λασν του «Adbusters». Σήμερα, το ποσοστό δημοτικότητας του Ομπάμα (40%) είναι μικρότερο από το ποσοστό που βλέπει θετικά το κίνημα (54%) – γεγονός που αντανακλά την απογοήτευση από την πολιτική του προέδρου για τους πολλούς. Μόλις το 23% βλέπει αρνητικά το κίνημα, ποσοστό σχεδόν ίδιο με εκείνο που βλέπει θετικά το «Κόμμα του Τσαγιού» (27%).

Υπέρ του κινήματος έχουν εκφραστεί και ξένοι ηγέτες, μεταξύ των οποίων και ο… Έλληνας πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου! Στις 12 Οκτωβρίου 2011 είπε: «Αγωνιζόμαστε για να αλλάξει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, όπως πολλοί διαδηλωτές κατά της Γουόλ Στριτ που δικαίως αγωνίζονται εναντίον των ανισοτήτων και των αδικιών στο σύστημα»… Νωρίτερα, βέβαια, είχε δώσει εντολή να «καθαρίσουν» την πλατεία Συντάγματος από τους δικούς μας Αγανακτισμένους, τους οποίους φρόντισε να διαχωρίσει από τους Αμερικανούς, λέγοντας ότι οι Έλληνες πρέπει να δράσουν προς το συμφέρον της χώρας τους…

H ηφαιστειακή δύναμη του κινήματος εναντίον τη Γουόλ Στριτ βρίσκεται πέρα και πάνω από ποσοστά δημοφιλίας και μικροπολιτικούς συσχετισμούς. Όταν μια χούφτα άνθρωποι καταφέρουν να εμπνεύσουν και να συμπαρασύρουν σε μια πρόταση αντίστασης και επανεφεύρεσης της κοινωνίας δεκάδες χιλιάδες άλλους, τότε όλα μπορούν να συμβούν. Ο «πόλεμος για τις καρδιές και τις ψυχές» είναι εξάλλου πάντα ένας «πόλεμος» που κερδίζεται, όχι από εκείνους που τον μεθοδεύουν με ανόσια κίνητρα, αλλά από εκείνους που τον «εξαπολύουν» εν αγνοία τους…

Δεν είναι να απορεί κανείς λοιπόν που κέρδισε τις καρδιές και τις ψυχές ένα ειρηνικό κίνημα που διακηρύττει την κοινωνική δικαιοσύνη και ότι «η Αγάπη είναι ο νέος φόβος». «Έχασα τη δουλειά μου, αλλά βρήκα μια κατάληψη», λέει ένα τους σύνθημα. Κι ένα άλλο, των πρώτων ημερών, «Το ξεκίνημα είναι κοντά». Ή «Το ξεκίνημα είναι εδώ», όπως έγραψε το «Nation».

Εξάλλου, όλα τα κινήματα στην Ιστορία έμοιαζαν να κυνηγούν κάτι που για την εποχή έμοιαζε ουτοπία: την κατάργηση της σκλαβιάς, τα δικαιώματα των γυναικών… «Είμαστε ρεαλιστές, πιστεύουμε στην ουτοπία», είπε κάποτε ο Τσε Γκεβάρα… «Είμαστε το 99% και θα νικήσουμε», διακηρύττουν σήμερα όσοι προσπαθούν να πιάσουν τον ταύρο της Γουόλ Στριτ απ’ τα κέρατα.