Παράθυρο στα διεθνή γεγονότα

Posts Tagged ‘Latin America

Νόαμ Τσόμσκι: «Η Ελλάδα, ανάμεσα στη Σκύλλα και τη Χάρυβδη»

leave a comment »

noam chomsky_preview
Συνέντευξη στη Δέσποινα Παπαγεωργίου [δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Crash, τ. Μαρτίου 2013]

Συμβαίνει κάποτε -διόλου συχνά- η Ιστορία να αναγνωρίζει στα βήματα ενός ανθρώπου που βρίσκεται ακόμη εν ζωή μία από εκείνες τις σπουδαίες και συνάμα ευγενικές φυσιογνωμίες της. Γιατί στις σελίδες της δεν μνημονεύονται μόνο στρατηλάτες. Όσο κι αν φαίνεται ότι ο κόσμος προχωρεί κυρίως «με φωτιά και με μαχαίρι», θα έμενε στάσιμος αν η αλλαγή δεν ριχνόταν ως σπόρος στο μυαλό των ανθρώπων. Με άλλα λόγια, αν δεν υπήρχε Γαλλικός Διαφωτισμός, ίσως να μην υπήρχε Γαλλική Επανάσταση.

Σήμερα, ένας στοχαστής από την άλλη άκρη του Ατλαντικού αρχικά «ξεγελά» με τον χαμηλό και απόλυτα πράο τόνο της φωνής του. Ο λόγος και το έργο του, όμως, τον αναδεικνύουν όχι απλώς σε μια από τις ηχηρότερες φωνές, αλλά στο «μεγαλύτερο εν ζωή διανοούμενο του πλανήτη», σύμφωνα με τους «New York Times», «με όρους δύναμης, πεδίου έρευνας, καινοτομίας και επιρροής». Στον ίδιο, βέβαια, μάλλον δεν αρέσει ιδιαίτερα ο χαρακτηρισμός «διανοούμενος», γιατί θεωρεί ότι «η παράδοση των διανοουμένων είναι εκείνη της δουλικότητας απέναντι στην εξουσία», την οποία παράδοση αν ο ίδιος «δεν πρόδιδε, θα ντρεπόταν για τον εαυτό του». Και ίσως είναι ακριβώς επειδή την «πρόδωσε» που το όνομά του κατατασσόταν, ήδη πριν από μια δεκαετία, στην «παρέα» των «μεγάλων δέκα» με τις περισσότερες παραπομπές: Μαρξ, Λένιν, Σαίξπηρ, Αριστοτέλης, Βίβλος, Πλάτωνας, Φρόιντ, Τσόμσκι, Χέγκελ, Κικέρων…

«Σε μια εποχή παγκόσμιας ψευτιάς, το να λες την αλήθεια είναι μια επαναστατική πράξη», έγραφε ο Τζορτζ Όργουελ. Με την έννοια αυτή ο μεγάλος Αμερικανός γλωσσολόγος, φιλόσοφος και ακτιβιστής Νόαμ Τσόμσκι ασκεί διαρκώς, αδιαλείπτως και ακούραστα την επαναστατική πράξη και φροντίζει να φυτεύει το σπόρο της όπου μπορεί. Τι να πρωτοσυμπυκνώσει κανείς σε μερικές αράδες για έναν άνθρωπο που, εκτός από το ότι είναι πρωτοπόρος της γλωσσολογίας, έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στην υπεράσπιση των απανταχού αδικημένων του πλανήτη;

Ο Νόαμ Τσόμσκι ζει κατά κάποιο τρόπο «διπλή ζωή». Η μια του πλευρά είναι εκείνη του διάσημου γλωσσολόγου, καθηγητή στο τμήμα Φιλοσοφίας και Γλωσσολογίας του φημισμένου Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), όπου εργάζεται πάνω από μισό αιώνα. Ο Τσόμσκι άλλαξε άρδην την πορεία της γλωσσολογίας μετατρέποντάς τη σε αναζήτηση της ανθρώπινης γλωσσικής δυνατότητας. Έχει συγγράψει περίπου 40 βιβλία με αυτό το αντικείμενο.

Η άλλη του πλευρά, στην οποία κατά κύριο λόγο οφείλει την τεράστια δημοφιλία του, είναι εκείνη του φιλόσοφου και ακτιβιστή. Όποια πέτρα κι αν σηκώσεις σε περιοχές της υφηλίου όπου έχει κακοποιηθεί ο Άνθρωπος -στο Ιράκ, την Παλαιστίνη, τη Λατινική Αμερική, το Ανατολικό Τιμόρ, την Αϊτή, δεν έχει σημασία- θα βρεις από κάτω κάποιο βιβλίο του Τσόμσκι, από τα πάνω από 70 που έχει συγγράψει για πολιτικά και κοινωνικά θέματα ή -στη «χειρότερη»- κάποιο από τα αμέτρητα άρθρα του. Καμιά φορά, θα βρεις και τον ίδιο: ήταν μόλις τον Οκτώβριο του 2012, ενάμιση μήνα πριν κλείσει τα 84 χρόνια του, που ο Νόαμ Τσόμσκι κατάφερε επιτέλους να επισκεφθεί τη Γάζα, μια επίσκεψη που πολλές φορές φέρονται να είχαν αποτρέψει οι ισραηλινές αρχές. «Δεν αρέσουν στην ισραηλινή κυβέρνηση αυτά που λέω, γεγονός που την κατατάσσει στην ίδια κατηγορία με όλες τις άλλες κυβερνήσεις του κόσμου», είχε πει παλαιότερα.

Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν κάποτε ο Νόαμ Τσόμσκι ερωτήθηκε πώς θα περιέγραφε την άλλη πλευρά του, τον μη γλωσσολόγο, απάντησε: «Άνθρωπο. Σημαντικά είναι τα ζητήματα που μετράνε για τους ανθρώπους. Δεν είναι έκπληξη το γεγονός ότι κάποιος ασχολείται με αυτά – το ερώτημα πρέπει να είναι γιατί δεν ασχολείται κανείς».

Σε αδρές γραμμές, ο βασικός στόχος της κριτικής του Νόαμ Τσόμσκι είναι η εξουσία: είτε αυτή παρουσιάζεται με τη μορφή του καπιταλισμού είτε με εκείνη των ΗΠΑ ως υπερδύναμης είτε με εκείνη των κυρίαρχων ΜΜΕ. «Είμαι αντίθετος στη συγκέντρωση εκτελεστικής εξουσίας οπουδήποτε», λέει. Θεωρεί ότι η Δύση εφαρμόζει το δόγμα «ελεύθερη αγορά για εσάς, προστατευτισμός για εμάς», κατηγορώντας τη ότι, εξάγοντας καπιταλισμό, απομυζεί τον πλούτο του υπόλοιπου πλανήτη.

Είναι ιδιαίτερα γνωστός ως εξαιρετικά δριμύς επικριτής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, γεγονός για το οποίο έχει δεχθεί και απειλές για τη ζωή του. Μάλιστα, στον ίδιο αρέσει να υπενθυμίζει ότι το σχόλιο των «Times» που ακολουθούσε εκείνο του «σημαντικότερου διανοουμένου» ήταν: «Αφού είναι έτσι, τότε πώς μπορεί να γράφει τόσο φριχτά πράγματα για την αμερικανική εξωτερική πολιτική;» Η δημόσια κριτική του θα ξεκινούσε την εποχή του Πολέμου στο Βιετνάμ, κι έκτοτε θα ηχούσε ακατάπαυστα σαν εκκωφαντική σειρήνα στα αφτιά της εκάστοτε αμερικανικής κυβέρνησης, αποδομώντας πέτρα την πέτρα την προπαγάνδα που επιχειρούσε να περάσει στο δημόσιο λόγο. Άλλωστε, η «αξία» ενός φιλοσόφου, όπως έλεγε ο Διογένης της Σινώπης, εξαρτάται από το πόσο ενοχλεί…

"Στην περίπτωση της Ελλάδας, το δημοκρατικό σύστημα έχει λίγο-πολύ θυσιαστεί στο βωμό της απόφασης, ή μάλλον του εξαναγκασμού, να ακολουθεί τις εντολές της τρόικας. Είτε λοιπόν το αποκαλείτε ολοκληρωτισμό είτε όχι, αυτό συνιστά κατάπτωση της δημοκρατίας", λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

«Στην περίπτωση της Ελλάδας, το δημοκρατικό σύστημα έχει λίγο-πολύ θυσιαστεί στο βωμό της απόφασης, ή μάλλον του εξαναγκασμού, να ακολουθεί τις εντολές της τρόικας. Είτε λοιπόν το αποκαλείτε ολοκληρωτισμό είτε όχι, αυτό συνιστά κατάπτωση της δημοκρατίας», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

Ήμουν δεκαέξι όταν πρωτοδιάβασα Νόαμ Τσόμσκι. Κι όταν, λίγο αργότερα, εστίασα στα πολιτικά του κείμενα, τα στοιχεία που παρέθετε μου φαίνονταν αρχικά απλώς «απίστευτα»: μα ήταν δυνατόν να είναι τόσο απέραντα κυνικός τούτος ο κόσμος – και, αυτόν τον κυνισμό να επικρίνουν τόσο λίγοι; Διόλου περίεργο λοιπόν που η φωνή του Αμερικανού διανοητή κατά κανόνα δεν αναπαράγεται από τους διαύλους των κυρίαρχων ΜΜΕ. Και αυτά εξάλλου βρίσκονται στο στόχαστρο της κριτικής του, αφού «κατασκευάζουν συναίνεση για ένα ανάλγητο σύστημα εξουσίας. Οι παρεμβάσεις όμως του Τσόμσκι δημοσιεύονται στον ιστότοπο zcommunications.org -μέρος μιας αυτοδιαχειριζόμενης κοινότητας ακτιβιστών και ανθρώπων του πνεύματος, που αγωνίζεται για να κρατήσει ζωντανό «το πνεύμα της αντίστασης»- και αναπαράγονται διεθνώς από εναλλακτικά ΜΜΕ. Το γεγονός και μόνο του αποκλεισμού του από το κυρίαρχο σύστημα ενημέρωσης καθιστά ακόμα πιο εκπληκτικό το μέγεθος της παγκόσμιας επιρροής του.

Σε κάθε ομιλία του, συρρέουν πλήθη κόσμου. Το ίδιο είχε συμβεί και στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, όπου είχε μιλήσει το 2004, όταν αναγορεύθηκε επίτιμος διδάκτορας των τμημάτων Φιλοσοφίας-Παιδαγωγικής Ψυχολογίας και Φιλολογίας. Το ίδιο και στο Διεθνές Αντιεξουσιαστικό Φεστιβάλ (B-Fest) στην Αθήνα (Μάιος 2009), στο οποίο είχε μιλήσει μέσω Διαδικτύου.

Κι έτσι, βρέθηκα αντιμέτωπη με ένα δέος, το οποίο μοιάζει δύσκολο να αντιπαλέψει ή να διαχειριστεί κανείς: μια συνέντευξη με την κορυφή της διανόησης. Βαρύ το αναμέτρημα. Όπως ήταν φυσικό, το ραντεβού είχε κλειστεί με μεγάλη δυσκολία. Όταν είσαι ο Νόαμ Τσόμσκι, αναμενόμενο είναι να κατακλύζεται κάθε μέρα το ηλεκτρονικό σου ταχυδρομείο από εκατοντάδες, αν όχι χιλιάδες, μηνύματα. Εκείνο που δεν ήταν διόλου αναμενόμενο για εμένα ήταν πως σε όλα μου τα μηνύματα θα απαντούσε αυτοπροσώπως! Έπειτα από μακρόχρονη προσπάθεια, η συνέντευξη κλείστηκε στις αρχές Δεκεμβρίου 2012, όταν η βοηθός του, Μπεβ Στολ, έφτιαχνε το πρόγραμμά του για… την άνοιξη του 2013.

Ήταν 20 Φεβρουαρίου και στη Μασαχουσέτη ήταν 12 το μεσημέρι. Με είκοσι λεπτά καθυστέρηση, γιατί «ο καθηγητής Τσόμσκι τελειώνει τώρα μια άλλη συνέντευξη», ήρθε στο τηλέφωνο, ζητώντας μου «συγγνώμη που με έκανε να περιμένω»… Η ούτως ή άλλως χαμηλής έντασης φωνή του Νόαμ Τσόμσκι ακούγεται κάπως πιο εύθραυστη και πιο βραχνή σήμερα, σαν κουρασμένη απ’ το ταξίδι της από την άλλη άκρη του Ατλαντικού στην τηλεφωνική γραμμή του CRASH. Στην κάθε ερώτησή μου, αρχίζει να απαντά το επόμενο δευτερόλεπτο – χωρίς κενό χρόνου. Ο λόγος του ρέει απλός και κρυστάλλινος, άψογα δομημένος – σχεδόν σαν να διαβάζεις γραπτό του.

Ο Τσόμσκι είναι κινητή βιβλιοθήκη. Συλλέγει με μεθοδικότητα μέρμηγκα τις πληροφορίες του, ενώ αναφερόμενος στην τρέχουσα πολιτική πραγματικότητα, χρησιμοποιεί και επιχειρήματα που μπορεί να «κατεβάσει» από κάθε γωνιά της πολιτικής και οικονομικής ιστορίας του πλανήτη. Συνδυάζει τα στοιχεία σε μια αναλυτική συλλογιστική πορεία. Και με απλό τρόπο καθιστά προφανές ακόμα και το πιο σύνθετο θέμα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της συζήτησης δεν θα χάσει στιγμή τον ειρμό της σκέψης του. Ακόμα κι όταν αφήνει το νήμα σε κάποιο σημείο, το πιάνει λίγο αργότερα ακριβώς από εκεί που το άφησε. Ο χρόνος δεν είναι πολύς. Και η συζήτηση αρχίζει από την κατάσταση στην Ελλάδα.

«Η δημοκρατία δέχεται επίθεση σχεδόν σε όλη τη Δύση: Το 70% των ανθρώπων που είναι χαμηλά στην κλίμακα εισοδήματος δεν έχει καμία επιρροή στην πολιτική. Το ελάχιστο ποσοστό στην κορυφή της κλίμακας παίρνει ό,τι θέλει. Αυτό είναι ριζικά ασυμβίβαστο με κάθε έννοια δημοκρατίας», υποστηρίζει ο Νόαμ Τσόμσκι. Εδώ, τοιχογραφία προς τιμήν του Νόαμ Τσόμσκι στη Φιλαδέλφεια, την ιδιαίτερη πατρίδα του. Διά χειρός Πίτερ Πάγκαστ.

«Η δημοκρατία δέχεται επίθεση σχεδόν σε όλη τη Δύση: Το 70% των
ανθρώπων που είναι χαμηλά στην κλίμακα εισοδήματος δεν έχει καμία επιρροή στην πολιτική. Το ελάχιστο ποσοστό στην κορυφή
της κλίμακας παίρνει ό,τι θέλει. Αυτό είναι ριζικά ασυμβίβαστο με κάθε
έννοια δημοκρατίας», υποστηρίζει ο Νόαμ Τσόμσκι. Εδώ, τοιχογραφία προς τιμήν του Νόαμ Τσόμσκι στη Φιλαδέλφεια, την ιδιαίτερη πατρίδα του. Διά χειρός Πίτερ Πάγκαστ.

>Η οικονομική και πολιτική ελίτ μάς λέει, εδώ στην Ελλάδα, ότι είμαστε ο μεγαλύτερος ασθενής από όλους και ότι πρέπει να ακολουθήσουμε τη συνταγή των «γιατρών» της τρόικας, για να μην πεθάνουμε. Καμία άλλη συνταγή δεν κάνει, μας λένε. Η «λύση» είναι στα χέρια των «γιατρών», δηλαδή των οικονομολόγων. Σε μια από τις συνεντεύξεις σας με τον Ντέιβιντ Μπαρσάμιαν, είχατε πει ότι γίνεται ολοένα και πιο δύσκολο να εντοπίσει κανείς διαφορά μεταξύ οικονομολόγων και γιατρών των ναζί. Θεωρείτε ότι η αναλογία μπορεί να έχει ισχύ και για την Ελλάδα σήμερα;

«Οποιαδήποτε κι αν είναι η αναλογία -δεν θυμάμαι ακριβώς το σχόλιο- οι “ιατρικές συνταγές” που δίνονται από την τρόικα είναι συνταγή καταστροφής. Η ιδέα να επιβάλεις λιτότητα σε περίοδο ύφεσης, όταν υπάρχει πρόβλημα χρέους, για παράδειγμα, ήταν προβλέψιμο ότι θα επιδείνωνε την κατάσταση. Και, όντως, την επιδείνωσε. Μάλιστα, από την τρόικα, το ΔΝΤ έχει υπαναχωρήσει κατά κάποιο τρόπο από τις συνταγές. Δεν είναι πολύς καιρός από τότε που το ΔΝΤ δημοσίευσε μια έρευνα στην οποία αναφερόταν σε περίπου 150 περιπτώσεις στις οποίες η λιτότητα είχε δοκιμαστεί σε περίοδο ύφεσης και πάντοτε προκαλεί καταστροφή. Βλέπετε το γιατί – δεν χρειάζεται να σας πω εγώ τι συμβαίνει στην Ελλάδα, την Ισπανία ή την Ιρλανδία. Αλλά αυτό ήταν το αναμενόμενο αποτέλεσμα- και ό,τι λίγο πολύ συνέβη.

Όσον αφορά στην Ελλάδα, υπάρχουν σίγουρα πολλά εσωτερικά προβλήματα: οι πλούσιοι δεν πληρώνουν φόρους, δεν έχουν ευθύνη, υπάρχει υπερβολική γραφειοκρατία και πολλά ακόμη. Αυτή τη στιγμή, όμως, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολύ δύσκολη απόφαση. Βασικά, βρίσκεται μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Κάθε επιλογή είναι υπερβολικά δύσκολη και διόλου ελκυστική.

Η μία επιλογή είναι [η Ελλάδα] να αποδεχτεί τους όρους που επιβάλλει η καθοδηγούμενη από τους Γερμανούς τρόικα, κάτι που πολύ πιθανόν θα συνεχίσει να επιδεινώνει την κατάσταση. Η άλλη επιλογή είναι η Ελλάδα να εξέλθει της ευρωζώνης, επιλογή που έχει τα θετικά και τα αρνητικά της, όπως έχουν επισημάνει πολλοί οικονομολόγοι. Ένα θετικό σε αυτή την περίπτωση είναι πως η Ελλάδα θα μπορεί να ελέγχει το νόμισμά της και να χρησιμοποιεί καθιερωμένες τεχνικές για την υπέρβαση σοβαρής κρίσης χρέους: μπορεί να υποτιμήσει το νόμισμά της και ουσιαστικά να βγει από τη σοβαρή ύφεση – με προβλήματα βέβαια στο εσωτερικό, αλλά τουλάχιστον είναι ένας τρόπος.

Ή μπορεί να αποκηρύξει το χρέος της, το εξωτερικό χρέος, με αναδιάρθρωση. Αυτό είναι κάτι που έγινε κατά τη διάρκεια αυτής της ύφεσης. Έγινε από την Ισλανδία, που αντιμετώπισε μια προκληθείσα από τις τράπεζες ύφεση, και ουσιαστικά ακύρωσε το χρέος της στη Βρετανία και την Ολλανδία, οι οποίες ήταν έξω φρενών αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν και πολλά γι’ αυτό. Και η Ισλανδία ανέκαμψε σχετικά γρήγορα, δεν είναι άσχημο το ταξίδι της.

Μια άλλη πολύ σημαντική περίπτωση είναι η Αργεντινή του 2000. Η Αργεντινή ήταν το υποδειγματικό παιδί του ΔΝΤ, έκανε τα πάντα, ακολουθώντας ακριβώς τους κανόνες. Ένα υπέροχο υπόδειγμα, μόνο που κατέρρευσε ηχηρά, όπως συμβαίνει πάντα, και έστειλε τη χώρα σε βαθιά ύφεση».

Αργεντινή-Ελλάδα, δρόμοι παράλληλοι

«Εκείνη τη στιγμή, η Αργεντινή είχε σχεδόν τις ίδιες επιλογές με αυτές που έχει η Ελλάδα σήμερα», συνεχίζει ο Τσόμσκι. «Πρέπει να δεχθεί τους κανόνες της παγκόσμιας τραπεζικής κοινότητας, των διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών, τους κανόνες των οικονομολόγων και λοιπά, ή πρέπει να ακολουθήσει ένα δρόμο σαν κι αυτόν που πρόσφατα ακολούθησε η Ισλανδία, δηλαδή απλώς να αναδιαρθρώσει το χρέος – που σημαίνει να μην πληρώσει ένα μεγάλο του τμήμα- και να συνεχίσει με δικό της νόμισμα. [Η Αργεντινή] μπόρεσε να χρησιμοποιήσει το δικό της νόμισμα όταν αποσύνδεσε την ισοτιμία του από το δολάριο. Ύστερα από αυτή την απόφαση, ακολούθησαν τρεις ή τέσσερις μήνες ύφεσης, κι έπειτα η χώρα απογειώθηκε: είχε έναν από τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στη Λατινική Αμερική για μία δεκαετία. Όχι χωρίς προβλήματα, αλλά κατά βάση πολύ επιτυχημένη.

Δεν μπορεί κανείς να μεταφέρει αυτές τις αναλογίες στην Ελλάδα. Γιατί αν η Ελλάδα κινούνταν προς την κατεύθυνση της οικονομικής της ανεξαρτησίας, το οποίο θα σήμαινε να φύγει από την ευρωζώνη, θα έχανε επίσης και πολλά προνόμια που απορρέουν από τη συμμετοχή της στην ευρωζώνη και την ευρωπαϊκή κοινότητα. Οπότε, θεωρώ ότι πρόκειται για μια πραγματικά πολύ δύσκολη επιλογή. Αλλά οι προτάσεις της τρόικας -βασικά οι κλασικές προτάσεις που προωθούνται πολύ πιεστικά από την Bundesbank και τη Γερμανία, που έχει εκεί μια κυρίαρχη θέση- είναι εξαιρετικά επιζήμιες, κάτι που πολύ πιθανόν θα συνεχιστεί».

Η «διπλή ζωή» του Νόαμ Τσόμσκι: Από τη μια, πρωτοπόρος γλωσσολόγος που διδάσκει πάνω από μισό αιώνα στο φημισμένο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, από την άλλη φιλόσοφος και ακτιβιστής με επιρροή όσο λίγοι στην Ιστορία. «Οι δανειστές είναι εξίσου υπεύθυνοι με τους δανειζόμενους για τον ξέφρενο ανεύθυνο δανεισμό, πολιτική που οδήγησε στην ύφεση. Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα», υποστηρίζει.

Η «διπλή ζωή» του Νόαμ Τσόμσκι: Από τη μια, πρωτοπόρος γλωσσολόγος που διδάσκει πάνω από μισό αιώνα στο φημισμένο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης, από την άλλη φιλόσοφος
και ακτιβιστής με επιρροή όσο λίγοι στην Ιστορία. «Οι δανειστές είναι εξίσου υπεύθυνοι με τους δανειζόμενους για τον ξέφρενο ανεύθυνο δανεισμό, πολιτική που οδήγησε στην ύφεση. Αυτό ισχύει και για την Ελλάδα», υποστηρίζει.

>Στην Ελλάδα, η ανθρωπιστική καταστροφή επελαύνει και ταυτόχρονα το χρέος διογκώνεται. Αφού, λοιπόν, όχι μόνο το πρόβλημα του χρέους δεν λύνεται, αλλά δημιουργείται κι ένα ακόμη, ποιος μπορεί να είναι ο απώτερος σκοπός της τρόικας για να εμμένει σε αυτές τις συνταγές;

«Δεν είναι μόνον η Ελλάδα. Οι συνταγές αυτές είχαν το ίδιο αποτέλεσμα σχεδόν παντού. Και ήταν προβλέψιμο.

Ένα είδος ένδειξης για το τι μπορεί να βρίσκεται πίσω από αυτό δόθηκε από τον Μάριο Ντράγκι, τον επικεφαλής της ΕΚΤ, σε συνέντευξή του στη “Wall Street Journal”, περίπου ένα χρόνο πριν. Από τότε έχει κάνει κάποια βήματα σε μια προσπάθεια να ανακουφίσει από τις πιέσεις για δημοσιονομική αυστηρότητα, τουλάχιστον υπό τη μορφή οφέλους των τραπεζών. Αλλά αυτό που είπε στη “Wall Street Journal” -πολύ ειλικρινά- ήταν ότι “Το ευρωπαϊκό κοινωνικό συμβόλαιο είναι νεκρό. Το κράτος πρόνοιας έχει ουσιαστικά εξαλειφθεί”. Αυτό όμως, απλώς, δεν είναι αλήθεια. Οι χώρες του Βορρά, οι πιο πλούσιες χώρες του Βορρά, που έχουν το πιο εξελιγμένο και ανεπτυγμένο κράτος πρόνοιας, οι σοσιαλδημοκρατίες, τα πάνε μια χαρά. Είναι ο Νότος, οι σχετικά φτωχοποιημένες για τα ευρωπαϊκά δεδομένα χώρες, η περιφέρεια, που υποφέρει περισσότερο: Ελλάδα, Ισπανία, Πορτογαλία, Ιρλανδία και ίσως η Ιταλία ακολουθεί κατά πόδας, δεν γνωρίζουμε. Αλλά όταν [ο Ντράγκι] λέει “το κοινωνικό συμβόλαιο είναι νεκρό”, αυτό κάτι υποδηλώνει.

Φυσικά, το κοινωνικό συμβόλαιο ποτέ δεν άρεσε στις συγκεντρώσεις ιδιωτικού κεφαλαίου από τους πλουσίους, αλλά σίγουρα υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα που η Ευρώπη θεσμοθέτησε κι εφάρμοσε την περίοδο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναμφίβολα υπάρχουν δυνάμεις, οι δεξιές πλούσιες ισχυρές δυνάμεις της Ευρώπης, οι οποίες καθόλου δεν θα ενοχλούνταν αν [το κοινωνικό συμβόλαιο] διαλυόταν, αν αποδυναμωνόταν η εργασία, περικόπτονταν τα προνόμια και λοιπά. Για το εάν αυτός είναι ή δεν είναι στόχος, μόνο να υποθέτει κάποιος μπορεί. Αλλά είναι πολύ πιθανόν, τουλάχιστον εν μέρει, ως συνέπεια».

Η FED πιο «ανθρώπινη» από την ΕΚΤ

«Πραγματικά, οι πολιτικές της ΕΚΤ, κυρίως κάτω από την πίεση της Bundesbank, απλώς είναι ακατανόητες – κι αυτό δεν συνδέεται μόνο με τη σημερινή κρίση», συνεχίζει. «Μάλιστα, αν συγκρίνετε την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (FED), η FED φαντάζει σχετικά προοδευτική και ανθρωπιστική.

Η FED, βάσει νόμου, έχει δύο εντολές: η μία είναι να συγκρατεί τον πληθωρισμό για να μην ανεβεί πολύ. Αλλά δεν έχει θέσει “οροφή”, ένα επίπεδο δηλαδή στο οποίο αν φτάσει θα θεωρείται “πολύ υψηλός”. Είναι υποκείμενο σε απόφαση κάθε φορά. Και η δεύτερη εντολή της FED είναι να διατηρεί την απασχόληση. Η αλήθεια είναι ότι κυρίως ακολουθούν την πρώτη εντολή, αλλά όμως έχουν και τη δεύτερη – και, κατά καιρούς, κάποιες από τις ενέργειές τους καθορίζονται από αυτή.

Η ΕΚΤ δεν το έχει αυτό. Η μοναδική της αποστολή είναι να ελέγχει τον πληθωρισμό, για τον οποίο έχει καθορίσει ανώτατο όριο το 2%. Αυτό εξ ορισμού θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καταστροφικό. Κατ’ αρχάς, σημαίνει ότι η διατήρηση της απασχόλησης δεν είναι καν πολιτικός στόχος.

Έπειτα, η ανελαστικότητα του ορίου του πληθωρισμού δεν βγάζει νόημα. Η κατάσταση στην Ευρώπη θα ήταν κατά πάσα πιθανότητα αρκετά καλύτερη εάν η Bundesbank και η ΕΚΤ αποδέχονταν ένα υψηλότερο όριο για τον πληθωρισμό. Υπάρχει πλήθος οικονομικών αποδείξεων που συντείνουν στο ότι θα μπορούσε κάλλιστα κάτι τέτοιο να λειτουργήσει ευεργετικά.

Η ανελαστικότητα όμως αυτή συνδέεται με τις ανησυχίες των χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Ο πληθωρισμός δεν αρέσει στους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Ο πληθωρισμός έχει την τάση να είναι καλός για τους δανειζόμενους και κακός για τους δανειστές, για προφανείς λόγους. Κι εκείνοι επιθυμούν ένα σταθερό νόμισμα για να διατηρήσουν την ισχύ τους και έχουν ασκήσει μεγάλη εσωτερική επιρροή στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την αρχή. Αλλά αυτά είναι κάποια μακροχρόνια προβλήματα, πέρα από τη σοβούσα ύφεση. Όσο αυτό δεν αλλάζει είναι δύσκολο να δούμε με ποιο τρόπο η Ευρώπη θα μπορέσει να εξέλθει από τη σημερινή επώδυνη κατάσταση. Η Ελλάδα υποφέρει περισσότερο, έπειτα η Ισπανία…»

Ο φιλόσοφος, ως δριμύς επικριτής της αμερικανικής εξωτερικής  πολιτικής, ο Νόαμ Τσόμσκι έχει υπάρξει άτεγκτος και όσον αφορά στο ρόλο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, και ιδιαίτερα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Ο φιλόσοφος, ως δριμύς επικριτής της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ο Νόαμ Τσόμσκι έχει υπάρξει άτεγκτος και όσον αφορά στο ρόλο των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή, και ιδιαίτερα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη.

Η μυθολογία για τον Νότο 

«Υπάρχει πολλή μυθολογία γύρω από την Ελλάδα και την Ισπανία», συνεχίζει. «Για την Ισπανία, το δογματικό σύστημα ισχυριζόταν πως το πρόβλημα ήταν οι υπερβολικές δαπάνες για το κράτος πρόνοιας και τις παροχές. Αλλά αυτό δεν είναι ούτε κατά διάνοια ό,τι συνέβη. Μάλιστα, αν γυρίσουμε πίσω στο 2008, η κατάσταση του ελλείμματος του ισπανικού προϋπολογισμού ήταν αρκετά ευοίωνη, ενώ η χώρα είχε ένα μάλλον αδύναμο σύστημα παροχών. Ήταν οι τράπεζες που δημιούργησαν το πρόβλημα. Και οι τράπεζες περιλαμβάνουν και τις γερμανικές τράπεζες. Οι δανειστές είναι εξίσου υπεύθυνοι με τους δανειζόμενους για τον ξέφρενο ανεύθυνο δανεισμό, πολιτικές που οδήγησαν στην ύφεση. Αυτό έγινε και στην Ελλάδα.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, μέρος της μυθολογίας ήταν “ε, οι Έλληνες απλώς δεν εργάζονται τόσο σκληρά όσο εμείς οι Γερμανοί”. Στην πραγματικότητα, ο φόρτος εργασίας στην Ελλάδα είναι σημαντικά υψηλότερος από ό,τι στη Γερμανία και τη Βόρεια Ευρώπη. Αλλά υπάρχουν εσωτερικά προβλήματα στην Ελλάδα, όπως αυτά που προανέφερα, τα οποία αναμφίβολα η Ελλάδα πρέπει να φροντίσει να λύσει.

Ένας κυνικός θα έλεγε ότι ίσως οι κινητήριες δυνάμεις επιθυμούν να ισχυροποιήσουν το ιδιωτικό και το χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, εις βάρος των εργαζομένων και του γενικού πληθυσμού, να συρρικνώσουν το σύστημα των κοινωνικών παροχών και λοιπά, ώστε το κοινωνικό συμβόλαιο να πεθάνει πραγματικά. Κάποιος λιγότερο κυνικός θα έλεγε “λοιπόν, απλώς πρόκειται για το αποτέλεσμα υπέρμετρα ανελαστικών πολιτικών, οι οποίες καθοδηγούν την οικονομική ζωή στην Ευρώπη από τότε που πρωτοϊδρύθηκε η Ένωση”. Οι αυστηροί περιορισμοί της ΕΚΤ μπορεί να μην έχουν τόσο αρνητικό αντίκτυπο σε περιόδους σχετικής ευημερίας, αλλά σε περιόδους ύφεσης αποδεικνύονται ιδιαίτερα επιζήμιες».

>Ένα άλλο ζήτημα που εγείρεται από την οικονομική κρίση -και την εφαρμοζόμενη πολιτική που υποτίθεται ότι έχει στόχο την επίλυση της κρίσης- είναι το ζήτημα της δημοκρατίας. Μία από τις πιο «μαύρες» περιόδους στην ελληνική ιστορία υπήρξε η χούντα του 1967. Υπάρχουν φωνές που ισχυρίζονται ότι η σημερινή κατάσταση στη χώρα αποκτά όλο και περισσότερες ομοιότητες με ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Εσείς τι πιστεύετε; Επιβιώνει ακόμα η δημοκρατία στην Ελλάδα;

«Όπως γνωρίζετε, η ελληνική οικονομία έχει καταληφθεί από ξένους τεχνοκράτες. Είναι εκείνοι που λαμβάνουν τις οικονομικές αποφάσεις. Αυτό είναι ασυμβίβαστο με κάθε ουσιαστική έννοια δημοκρατίας. Αλλά πρέπει να έχετε υπόψη ότι η δημοκρατία δέχεται επίθεση στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου. Πάρτε για παράδειγμα τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες δεν βρίσκονται σε τόσο δεινή κατάσταση όσο σίγουρα βρίσκεται η Ελλάδα και η Ευρώπη γενικά, και παρ’ όλ’ αυτά υπάρχει μεγάλη επίθεση στη δημοκρατία.

Η δύναμη για τη λήψη αποφάσεων είναι συγκεντρωμένη σε πολύ στενό πλαίσιο. Η κοινή γνώμη μελετάται σχετικά αποτελεσματικά από σοβαρές έρευνες της πολιτικής επιστήμης – είναι ένα από τα βασικά τους θέματα. Και πρόκειται για κάτι που δεν είναι δύσκολο να μελετηθεί, αν και η κοινωνία γίνεται αντικείμενο δημοσκοπήσεων πάρα πολύ συχνά και οι πολίτες ερωτώνται τι πιστεύουν. Και το γενικό συμπέρασμα είναι ότι το 70% του πληθυσμού, αυτό το 70% που βρίσκεται χαμηλότερα στην κλίμακα εισοδήματος-πλούτου, δεν έχει καμία επιρροή στην πολιτική, δεν έχει σημασία τι πιστεύουν. Και όσο ανεβαίνει κανείς σε αυτή την κλίμακα, διαπιστώνει ότι αυξάνεται η επιρροή. Όταν φθάνει στο εξαιρετικά μικρό ποσοστό της κορυφής, αυτοί παίρνουν ό,τι θέλουν. Λοιπόν, αυτό είναι ριζικά ασυμβίβαστο με οποιαδήποτε έννοια δημοκρατίας μπορεί κανείς να φανταστεί. Και διαπιστώνεται συχνά σε πολιτικά ζητήματα.

Για παράδειγμα, πάρτε τη σημερινή ύφεση. Για τους πολίτες, το πιο σημαντικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι η έλλειψη θέσεων εργασίας. Για τις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα, το πιο σημαντικό ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπιστεί είναι το έλλειμμα – και είναι σημαντικό, για τους λόγους που προανέφερα. Δεν υπάρχει ένδειξη για πληθωρισμό – για την ακρίβεια, το αντίθετο μάλλον συμβαίνει. Αλλά δεν θέλουν να το αποδεχτούν. Οπότε, οι χρηματοοικονομικές αγορές μας πληροφορούν ξεκάθαρα ότι δεν θεωρούν πως υπάρχει απειλή πληθωρισμού και γι’ αυτό υπάρχει υψηλή επένδυση σε μακροπρόθεσμα χρεόγραφα διαθεσίμων που έχουν πολύ μικρή απόδοση. Αλλά η ιδέα ότι κάποια μέρα στο μακροπρόθεσμο μέλλον μπορεί να υπάρξει πληθωρισμός δεν αρέσει στις τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα, οπότε θέλουν να μειώσουν το έλλειμμα.

Η μείωση του ελλείμματος θα οξύνει το πρόβλημα της ανεργίας γιατί τα τρέχοντα ελλείμματα είναι από τις ελάχιστες πηγές ζήτησης όταν το ιδιωτικό κεφάλαιο που ευημερεί (ρίξτε μια ματιά στο χρηματιστήριο, τα κέρδη των επιχειρήσεων, τα κέρδη των τραπεζών, πάνε μια χαρά) δεν θέλει να επενδύσει γιατί δεν υπάρχει ζήτηση, οπότε αυτό πρέπει να το κάνει η κυβέρνηση. Η μείωση του ελλείμματος θα επιδεινώσει την κατάσταση.

[Το έλλειμμα] για το ευρύ κοινό δεν συνιστά μείζον ζήτημα. Η ανεργία συνιστά μείζον ζήτημα. Αλλά παρακολουθήστε τα πολιτικά ντιμπέιτ: έχουν ως θέμα το έλλειμμα. Οι ΗΠΑ βρίσκονται κοντά σε κρίση και εμείς επίσης [σ.σ.: στις ΗΠΑ] ακούμε για τις αυτόματες περικοπές (sequester), δηλαδή για περικοπή των κρατικών δαπανών, εκτός αν γίνει κάτι με το έλλειμμα. Αλλά αυτό δεν είναι το αίτημα των πολιτών, είναι το αίτημα των χρηματοπιστωτικών ινστιτούτων. Και το γεγονός ότι αυτό διαστρεβλώνεται τόσο ριζικά δείχνει, εκτός από το ότι οι πολίτες έχουν δίκιο για την οικονομία, ότι υπάρχει ραγδαία κατάπτωση της δημοκρατικής λειτουργίας. Παρόμοια παραδείγματα υπάρχουν και αλλού.

Οπότε, ναι, στην περίπτωση της Ελλάδας, το δημοκρατικό σύστημα έχει λίγο-πολύ θυσιαστεί στο βωμό της απόφασης -ή μάλλον του εξαναγκασμού- να ακολουθεί τις εντολές της τρόικας, κάτι που μεταφέρει τη λήψη αποφάσεων εκτός Ελλάδας. Αυτό λοιπόν συνιστά -είτε σας αρέσει να το αποκαλείτε ολοκληρωτικό είτε όχι- κατάπτωση της δημοκρατίας».

"Η πραγματική νομιμότητα ταυτίζεται με την επιδίωξη της δικαιοσύνης. Ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν αν μια κυβέρνηση είναι νόμιμη είναι αν διατηρεί τη δέσμευση για δικαιοσύνη", λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

«Η πραγματική νομιμότητα ταυτίζεται με την επιδίωξη της
δικαιοσύνης. Ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν αν μια
κυβέρνηση είναι νόμιμη είναι αν διατηρεί τη δέσμευση για δικαιοσύνη», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

>Ένα ζήτημα που συνδέεται είναι πως στη χώρα, από την υπογραφή του μνημονίου κι εφεξής, καταγράφεται υπέρμετρη χρήση βίας από την αστυνομία, ενώ έχουν καταγγελθεί και βασανιστήρια σε συλληφθέντες. Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση έχει ρίξει στο τραπέζι ακόμα και την ψήφιση νόμου που επί της ουσίας θα καταργεί τις απεργίες. Αυτά είναι μόνο μερικά από τα πολλά που συμβαίνουν. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως απλώς τηρεί το νόμο και την τάξη. Το νόμιμο είναι πάντα και δίκαιο; Και ποια η θέση των πολιτών στην περίπτωση που αυτά τα δύο δεν συμβαδίζουν;

«Εξαρτάται από το τι εννοείτε όταν λέτε “νόμιμο”. Η πραγματική νομιμότητα ταυτίζεται με την επιδίωξη της δικαιοσύνης. Ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν αν μια κυβέρνηση είναι νόμιμη είναι αν διατηρεί τη δέσμευση για δικαιοσύνη. Αυτό που περιγράφετε είναι υπερβολικά θλιβερό και καθόλου ασυνήθιστο. Όταν μια κοινωνία βρίσκεται υπό μεγάλη ένταση, πίεση και διάλυση, όταν οι άνθρωποι χάνουν τα σπίτια τους, δεν έχουν να φάνε, δεν βρίσκουν δουλειές και λοιπά, η κατάσταση επιδεινώνεται. [Η κοινωνία τότε] συχνά έχει να αντιμετωπίσει δυσάρεστους κινδύνους και αυτό που δεν πρέπει να είναι ανεκτό, είναι η προσφυγή στη βία ή την καταπίεση και η αποδιοργάνωση. Αυτά συνήθως πάνε μαζί».

Ένα από τα θέματα με τα οποία έχει ασχοληθεί ο Νόαμ Τσόμσκι είναι το πώς στη σημερινή εποχή «κατασκευάζεται συναίνεση» για την εφαρμοζόμενη πολιτική. Το σκεπτικό είναι πως στις δημοκρατικές κοινωνίες, όπου το κράτος δεν μπορεί να ελέγξει τη συμπεριφορά με τη βία, πρέπει να ελέγξει τη σκέψη. «Ένας από τους τρόπους να ελέγχεις τι σκέπτονται οι άνθρωποι είναι να δημιουργείς την αίσθηση ότι ο διάλογος που διεξάγεται οφείλει να παραμένει μέσα σε πολύ στενά πλαίσια. Δηλαδή, πρέπει να εξασφαλίσεις και από τις δύο πλευρές που συμμετέχουν στο διάλογο ότι αποδέχονται ορισμένες προϋποθέσεις οι οποίες τελικά αποδεικνύεται ότι είναι το σύστημα προπαγάνδας. Για όσο καιρό αποδέχονται όλοι το σύστημα προπαγάνδας, τότε ο διάλογος μπορεί να διεξάγεται», είχε πει ο Νόαμ Τσόμσκι. Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα, ανέφερε ότι η συζήτηση στις ΗΠΑ για τον Πόλεμο στο Βιετνάμ αποδεχόταν τη βασική θέση: «Έχουμε δικαίωμα να επιτιθέμεθα στο Ν. Βιετνάμ». Τα «περιστέρια» (οι μετριοπαθείς) υποστήριζαν πως «ακόμα κι αν επιμείνουμε, ίσως να μην μπορέσουμε να νικήσουμε, ίσως να σκοτωθούν πολλοί», ενώ τα «γεράκια» (οι σκληροπυρηνικοί) έλεγαν: «Έχουμε το δικαίωμα να επιτιθέμεθα στο Βιετνάμ». Κανείς δεν έλεγε: «Αυτός ο πόλεμος είναι λάθος», «αυτή η επιθετικότητα είναι εγκληματική». Με αυτές τις σκέψεις, διατυπώνω το ερώτημα:

>Αν οι πολίτες όμως υπακούουν στη συγκεκριμένη πολιτική, τότε σημαίνει ότι η ελίτ μπορεί ακόμα να «κατασκευάζει συναίνεση». Πώς μπορεί να το κατορθώνει όταν η φτώχεια και η πείνα εξαπλώνονται ραγδαία;

«Μπορεί να προσπαθούν να κατασκευάσουν συναίνεση, είναι, όμως, άλλο ζήτημα αν το καταφέρνουν. Οι πολίτες δεν συμφωνούν απαραίτητα με αυτό – και μάλλον δεν συμφωνούν. Το πρόβλημα όμως που αντιμετωπίζουν είναι ότι υπάρχουν επιλογές, αλλά είναι και οι δύο πολύ σκληρές. Και το ερώτημα είναι: ποια διαλέγεις; Δεν είναι εύκολη θέση για να βρίσκεται κανείς».

Σε αυτό το σημείο, μου λέει ότι πρέπει να κλείσει «γιατί τον περιμένει κι άλλη συνέντευξη». Τον ρωτώ αν μπορώ να έχω ένα ακόμη από τα πολύτιμα λεπτά του. Δεν αρνείται.

Σε παλαιότερο άρθρο του, που τελικά ποτέ δεν δημοσιεύθηκε στη «Washington Post» για την οποία προοριζόταν, έγραφε ότι το κίνημα των Ινδιάνων αγροτών στην επαρχία Τσιάπας του Μεξικού είναι «μόνο μία από τις έτοιμες να εκραγούν ωρολογιακές βόμβες». Τον ρωτώ:

«Ποιο θα είναι το μέγεθος και η επιρροή των σημερινών λαϊκών κινημάτων κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Όπως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πριν από δεκαπέντε χρόνια ότι η Λατινική Αμερική για πρώτη φορά μέσα σε κυριολεκτικά 500 χρόνια θα απελευθερωνόταν από την ιμπεριαλιστική κυριαρχία. Αλλά το κατόρθωσε, σε μεγάλο βαθμό. Και μπορεί να συμβεί και αλλού», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

«Ποιο θα είναι το μέγεθος και η επιρροή των σημερινών λαϊκών κινημάτων κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Όπως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πριν από δεκαπέντε χρόνια ότι η Λατινική Αμερική για πρώτη φορά μέσα σε κυριολεκτικά 500 χρόνια θα απελευθερωνόταν από την ιμπεριαλιστική κυριαρχία. Αλλά το κατόρθωσε, σε μεγάλο βαθμό. Και μπορεί να συμβεί και αλλού», λέει ο Νόαμ Τσόμσκι.

>Σήμερα, πού βλέπετε «ωρολογιακές βόμβες» υπό τη μορφή κινημάτων, έτοιμες να «εκραγούν»;

«Λαϊκά κινήματα αναπτύσσονται διεθνώς ως μορφή αντίστασης στις πολιτικές που διαμορφώνονται κι εφαρμόζονται σήμερα, και γενικότερα ως αντίδραση στη νεοφιλελεύθερη πολιτική που έχει επιβληθεί σε διάφορες μορφές στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, για μια ολόκληρη γενιά. Σήμερα, η αντίσταση είναι παντού. Η νεοφιλελεύθερη πολιτική έχει υπάρξει επιζήμια σχεδόν για όλους τους λαούς – είτε πρόκειται για πλούσιες χώρες όπως οι ΗΠΑ είτε για φτωχές όπως η Ελλάδα ή εκείνες της Λατινικής Αμερικής. Και η αντίσταση σε αυτή είναι μέχρι σήμερα πολύ ουσιαστική.

Το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα προέκυψε πριν από μερικές ημέρες. Παρουσιάστηκε μια μελέτη για τις χώρες που συμμετείχαν στο διεθνές πρόγραμμα βασανιστηρίων των Ηνωμένων Πολιτειών, που το ονομάζουν “παράδοση” (rendition), δηλαδή αποστολή υπόπτων σε χώρες όπου θα βασανιστούν. Διαπιστώθηκε λοιπόν ότι σε αυτό το πρόγραμμα συμμετείχαν 54 χώρες, περιλαμβανομένου του μεγαλύτερου μέρους της Ευρώπης και σχεδόν ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο. Υπήρχε μία εξαίρεση. Κοιτάξτε στο χάρτη τις χώρες που συμμετείχαν. Υπήρχε μια συγκλονιστική εξαίρεση: η Λατινική Αμερική. Αυτό λοιπόν είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό.

Σε όλη την ιστορία, η Λατινική Αμερική ήταν ουσιαστικά στο τσεπάκι των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τον τελευταίο αιώνα σε αυτό των ΗΠΑ. Αποκαλούνταν η “έμπιστη της πίσω αυλής”, οι “κάνουν ό,τι λέμε εμείς”. Λοιπόν, τώρα, αυτή είναι η μοναδική περιοχή του πλανήτη που αρνείται να συμμετάσχει. Και αυτό είναι ένα συγκλονιστικό γεγονός. Και αποτελεί το επιστέγασμα του ότι την τελευταία δεκαετία η Λατινική Αμερική ηγείται του αγώνα κατά του νεοφιλελευθερισμού. Για την ακρίβεια, σχεδόν έβγαλε τον εαυτό της απ’ έξω. Η Αργεντινή, για παράδειγμα, την οποία ανέφερα προηγουμένως, αλλά και άλλες χώρες. Σήμερα, η Λατινική Αμερική έχει γίνει ουσιαστικά ανεξάρτητη.

Η Αραβική Άνοιξη: σε μεγάλο μέρος της ήταν εξέγερση κατά του νεοφιλελευθερισμού, με τις τόσο σκληρές συνέπειές του, από τον οποίο επωφελούνταν μόνο μια πλούσια ελίτ και η πλειοψηφία του πληθυσμού ζημιωνόταν. Και, πρόσφατα, ως αντίδραση στην ύφεση, συμβαίνει παντού: Οι Indignados στην Ισπανία, το κίνημα Occupy Wall Street στις ΗΠΑ, που εξαπλώθηκε κι αλλού, και πολλά ακόμα. Και στην Ελλάδα βέβαια, όπως γνωρίζετε.

Ποιο θα είναι το μέγεθος και η επιρροή των κινημάτων αυτών κανείς δεν μπορεί να προβλέψει. Όπως κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει πριν από δεκαπέντε χρόνια ότι η Λατινική Αμερική για πρώτη φορά μέσα σε κυριολεκτικά 500 χρόνια θα απελευθερωνόταν από την ιμπεριαλιστική κυριαρχία. Αλλά το κατόρθωσε, σε μεγάλο βαθμό. Και μπορεί να συμβεί και αλλού».

Όταν μιλά για τη Λατινική Αμερική, ο τόνος του διαφοροποιείται, η φωνή του γίνεται πιο δυνατή, ξάφνου «πατά» καλύτερα στις νότες, χάνει κάθε ίχνος βραχνάδας και διαφαινόμενης κούρασης. Ο Νόαμ Τσόμσκι λέει ουσιαστικά πως αυτό που κάποτε έμοιαζε ουτοπία, σήμερα είναι πραγματικότητα. Κι ο λόγος που οι κυνικοί κάποτε χάνουν τη μάχη είναι γιατί υποτιμούν τη δύναμη μιας ιδέας να πραγματωθεί όταν ένας ικανός αριθμός ανθρώπων πιστέψει σε αυτή.

Κλείνω το τηλέφωνο και, σε υπερένταση ακόμα, σκέφτομαι πως, σύμφωνα με τον Νόαμ Τσόμσκι, μια μεγάλη «επιτυχία» του σημερινού συστήματος είναι η δημιουργία ενός νέου τύπου ανθρώπου: «Εάν κάποιος θέλει να ενισχύσει την ολιγαρχική ιδιωτική εξουσία θα πρέπει να δημιουργήσει ανθρώπους που να ενδιαφέρονται μόνο για την ατομική τους ευημερία και να μη νοιάζονται καθόλου για το συνάνθρωπό τους… Οι άνθρωποι πρέπει να μετατραπούν σε παθολογικά τέρατα που να σκέφτονται έτσι». Συνδέεται ίσως με μια απαισιόδοξη σκέψη του ιδίου ότι «ο άνθρωπος είναι το μοναδικό ον που έχει ιστορία. Εάν θα έχει και μέλλον δεν είναι και τόσο βέβαιο». Γιατί, έχοντας μετατραπεί σε «παθολογικό τέρας», γίνεται ουσιαστικά αυτοκαταστροφικός. Η ελπίδα για επιβίωση βρίσκεται, σύμφωνα με τον Τσόμσκι, στα λαϊκά κινήματα, εκείνα που θα αναβιώσουν αξίες σκόπιμα περιθωριοποιημένες από το σημερινό σύστημα, όπως «η κοινότητα, η αλληλεγγύη, το ενδιαφέρον για το ευπαθές φυσικό περιβάλλον, το οποίο θα πρέπει να συντηρήσει τις μελλοντικές γενιές, η δημιουργική εργασία με αυτοπειθαρχία, η ανεξάρτητη σκέψη και η γνήσια δημοκρατική συμμετοχή στους διάφορους τομείς της ζωής».

Και σε όσους ενδεχομένως σπεύσουν να τον «κατηγορήσουν» για «ιδεαλισμό», ο Τσόμσκι μάλλον θα απαντούσε: «Η δημοκρατία και η ελευθερία είναι κάτι πολύ περισσότερο από ιδανικά που πρέπει να σεβόμαστε – ίσως από αυτά εξαρτάται η ίδια η επιβίωση»…